Λεξικό φράσεων ντοπιολαλιάς- Μέρος 17ο

Από τον καλοκαιριάτικο χορό των Νυφιδιωτών-Αι γενεαί πάσαι…

Τάσος Μακρής

Έχ’ έξ’ χειμώνα, έξ καλουτσαίρ’

Στο άκουσμα της φράσης το μυαλό μας πηγαίνει κατ’ ευθείαν στην απλούστευση. Ο τύπος που βλέπει έτσι τον κόσμο σίγουρα είναι προβληματικός. Η διατύπωση, όμως, δεν έχει σκοπό να επισημάνει κάποιον για διανοητική αδυναμία. Με την παράλειψη της Άνοιξης και του Φθινοπώρου προσπαθεί να δείξει πως τα πράγματα είναι πάντα πιο περίπλοκα απ’ όσο φαίνονται.

Έχ’ σι τα πύρ’ νά τ’

Το κλειδί της σημασίας της πρότασης είναι « τα πύρ’ να», ένα ουσιαστικοποιημένο επίθετο. Αν το δούμε ως επίθετο πρέπει να φανταστούμε το ουσιστικό . Γι’ αυτή τη δουλειά θα μάς βοηθήσει το ρήμα «έχ’ σι». Τι να είναι αυτό που μπορούμε να χύσουμε και να είναι πύρινο; Πύρινα δάκρυα- καυτά δάκρυα. Τα «πύρ’να» λοιπόν είναι και δάκρυα και καυτά. Τεχνίτες του λόγου οι πρόγονοί μας κι ας μην ήξεραν ούτε ανάγνωση ούτε γραφή.

Έχ’σι πουλλές κριβατές πανί

Ύφαιναν τότε σ’ όλα τα σπίτια και οι κρεβατές κελαηδούσαν από παντού στις γειτονιές. Σε μερικές περιπτώσεις το στημόνι έμπαινε συντροφικό και πάνω του ύφαιναν το αναλογούν τμήμα οι συντρόφισες της γειτονιάς. Μερικές αγόραζαν μετοχές σε πολλές κρεβατές, αλλά τότε γινότανε μπερδέματα αφ’ ενός και αφ’ετέρου, στην πολυπράγμονα δεν έφτανε ο χρόνος. Τότε χρησιμοποιούσαν την φράση και με τη μεταφορική της πια σημασία, για να φανούν οι δυσκολίες της πολυπραγμοσύνη.

Ζει στου ξουνουστσιέπαστου του κόσμου
Η λέξη “κόσμος” παίρνει πολλές σημασίες και, όταν αυτές στολίζονται με το κατάλληλο επίθετο, φτιάχνουν ζωηρές χαρακτηριστικές εικόνες. Στη φράση μας το ιδιωματικό επίθετο “ξουνουστσιέπαστους” πιέζει για την παρουσίαση δύο κόσμων. Ο ένας θα είναι ξεσκέπαστος και ο άλλος σκεπασμένος.
Στον “ξουνουστσιέπαστο” κόσμο ζουν όσοι δεν έχουν να κρύψουν κάτι και στο σκεπασμένο αυτοί που είναι ηθικά εκτεθειμένοι. Για τους “ξουνουστσιέπαστους διακρίνεται στη φράση μια κάποια ανεπαίσθητη ειρωνεία. Η σύγχρονη “ωμότητα” του λόγου τους λέει “αγαθιάρηδες”.
Ζει στα πίσω τ’ κόσμ’
Αν θέλαμε να σουλουπώσουμε τη φράση και να τη φέρουμε στα μέτρα της Νεοελληνικής, θα την ξαναγράφαμε κάπως έτσι:” Ζει στα πίσω μέρη του κόσμου”. Ο κόσμος σχηματοποιείται και έχει μπροστά και πίσω. Η συνηθισμένη όμως διατύπωση είναι:” Ζει πίσω από τον κόσμο” δίχως να χρειάζονται τερτίπια της γλώσσας, για να λεχθεί πως κάποιος είναι καθυστερημένος. Τα γλωσσικά παιχνιδίσματα του ιδιώματός μας τα συναντούμε συχνά σε κάθε στροφή του λόγου.
 
Ήβαλα χαμπά στου τσιφάλ’ υμ’
 
Η λέξη “χαμπά” είναι τούρκικη και σημαίνει τον ενοχλητικό, τον φορτικό. Οι πρόγονοί μας την προτίμησαν από ένα ελληνικό επίθετο, γιατί, ίσως, τον τούρκικο όρο θα μπορούσαν να τον θεωρήσουν σαν ουσιαστικό, το οποίο θα φορτωνόταν καλύτερα στο σβέρκο ή στο κεφάλι τους. Έτσι το νόημα της φράσης είναι :” Μου φορτώθηκε κάποιο ενοχλητικό πρόσωπο, ίσως νά’ ναι και κάποια ιδέα που με βασανίζει σε μόνιμη βάση.
Ήβγι στου παρό
Τι ήταν αυτό «το παρό» που κάνει ακατανόητη τη φράση στα χρόνια μας; Δεν είναι άλλο από το «παρών», μετοχή γένους αρσενικού του αρχαίου ρήματος πάρειμι. Το φωνάζουν τα παιδιά στο σχολειό, το φωνάζουν οι στρατιώτες στο προσκλητήριο, το φωνάζουν οι βουλευτές στη βουλή, το φώναζαν και οι κοπἐλες του χωριού μας με τα καμώματά τους, όταν ετοίμαζαν όλα τα πρεπούμενά τους κι ήταν διαθέσιμες για γάμο. Άφηναν πίσω την παιδική ηλικία, στολίζονταν, πήγαιναν στην εκκλησιά, πήγαιναν στα μαγαζιά, κατέβαιναν με τις φίλες τους στον περίπατο. Με όλ’ αυτά έκραζαν: «παρών, είμαι κι εγώ εδώ! » . Το «παρό», γένους αρσενικού, θα ‘πρεπε να το λένε τα αγόρια , αλλά αυτά δε μιλούσαν , άφηναν τα κορίτσια να κάνουν το γραμματικό λάθος και αντί για παρούσα να φωνάζουν “παρών”.