Λεξικό των φράσεων της ντοπιολαλιάς-Μέρος 13ο

Τάσος Μακρής

Έλα σύ τσι πιάσ’ τη γνώσ’ υμ’

Η νεοελληνική έχει πάμπολλες εκφράσεις με την λέξη «γνώση», αλλά σε καμιά δεν φαίνεται τόσο αεράτη, που να μας ξεφεύγει και να χρειάζεται να την πιάσουμε, σα να ήταν πετούμενο, ένα πουλί. Η φράση λεγόταν σαν παραδοχή του λάθους μας σε ένα διάλογο ή σα συγγνώμη για κάτι, που μας διέφυγε, που το ξεχάσαμε. Ούτε λίγο- ούτε πολύ είναι μια παραδοχή, ότι δεν έχουμε πια γνώση.

Έ μ’ αφήν’ η καλουτιά

Το ρήμα «αφήν’» με το αρνητικό του, το «ἐ» (που είναι δεν) σημαίνει άρνηση, απαγόρευση, δυσκολία. Η λέξη «καλουτιά» , ανύπαρκτη στα λεξικά , είναι μόρφωμα του ιδιώματός μας και εμπεριέχει το επίθετο καλός. Αλλά το καλός δεν γίνεται να συμπορεύεται με αρνήσεις και απαγορεύσεις που κουβαλά το ρήμα της πρότασης. Έτσι έχουμε μια παλαβή πρόταση, ένα οξύμωρο σχήμα. Φαίνεται όμως ότι έχει το λόγο της μια τέτοια διατύπωση. Εδώ πρέπει να παίζουν το παιχνίδι τους οι προλήψεις. Η πολλή καλοτυχία (καλουτιά) φέρνει τη ζήλεια, φέρνει τη βασκανία, οι οποίες με τη σειρά τους φέρνουν το φθόνο και την κακοτυχία.

Έ μπουρώ να σι πιριεύρου

Όλη την νοηματική δυσκολία της φράσης την επωμίζεται η λέξη «παρεύρου». Το ρήμα «παριβρίσκου» είναι τοπικό και είναι δύσκολος ο επακριβής καθορισμός της σημασίας που παίρνει στη χρήση του στο λόγο του ιδιώματος. Την νοηματική δυσκολία την δίνει η πρόθεση «περί» . Βρίσκω κάποιον γύρω-γύρω, δηλαδή τον περιεργάζομαι. Η φράση όμως εἰχε άλλη σημασία : Λεγόταν, για να δηλώσει αδυναμία επικοινωνίας, αδυναμία ικανοποίησης, εξαιτίας παραλογισμού, εξαιτίας αστάθειας στις απόψεις. Φαίνεται πως ο εμπλουτισμός των λέξεων με σημασίες δεν λειτουργεί πάντα ορθολογιστικά.

Έν έχ’ θώρ’ να θουριαστεί.

Το αρχαίο θεωρώ, λένε τα λεξικά, στα χρόνια του Βυζαντίου έγινε θωρώ με την ίδια σημασία (βλέπω). Από το ρήμα έγινε το ουσιαστικό θώρι, που είναι το βλέμμα, η ματιά, αλλά και η όψη , η εμφάνιση, η θωριά. Στην ντοπιολιαλιά μας κρατήσαμε το βυζαντινό θώρ’ κι από τη θωριά κατασκευάσαμε το’ «θουριάζουμι», το οποίο είναι ανύπαρκτο , δεν χρησιμοποιείται πουθενά αλλού, παρά μόνο για να γίνει λογοπαίγνιο της φράσης μας. Σε ελεύθερη μετάφραση θα λέγαμε: Είναι τόσο άσχημος που δεν βλέπεται.

Έν έχ’ ς φρασιά

Η «φρασιά» δεν βρίσκεται στα λεξικά. Είναι λέξη ιδιωματική φτιαγμένη με υλικά της αρχαίας. Αν στη θέση της φρασιάς τοποθετήσουμε την σύνθετη της καθομιλουμένης, την «εκφραστικότητα», τότε η φράση μας θα γινόταν άμεσα κατανοητή. Θα σήμαινε πως δεν έχεις την ικανότητα να εκδηλώσεις τον εσωτερικό σου κόσμο, να εκφραστείς γενικά, δηλαδή υστερείς. Αυτό ακριβώς σημαίνει και η φράση του ιδιώματός μας. Το αρχαίο «φράζω» έδωσε τη « φράση» και νεοελληνικός λόγος έκανε με αυτή σύνθετες ( εκφράζω, έκφραση κ. λ. π ), για ν

Έν είνι ‘σ γούνας υμ’ μανίτς

Στη φράση αυτή οι ανθρώπινοι συναισθηματικοί δεσμοί διαχωρίζονται σε δύο κατηγορίες: Τους ισχυρούς και μόνιμους, όπως είναι οι προερχόμενοι  από συγγένεια και στους ευκαιριακούς και ασταθείς. Όλα αυτά παρομοιάστηκαν με μια γούνα και τα εξαρτήματά της που είναι αναπόσπαστα, όπως τα μανίκια της. Κατ’ αυτόν τον τρόπο είναι αναπόσπαστοι οι συγγενείς, οι φίλοι, οι έρωτές μας. Για τους άλλους δεν υπάρχει λόγος να σκάμε!
Έν είμι απ’ του νηστ’κό του μάτ’
Οι λέξεις γνωστές, της κοινής Νεοελληνικής, δίνουν το νόημα άμεσα κατανοητό από οποιονδήποτε Νεοέλληνα. Η δομή της φράσης, όμως, δίνει μια καταπληκτική για τη ζωηρότητά της εικόνα. Με το άκουσμα της φράσης ο νους βλέπει την ματιά του πεινασμένου μπροστά στην τροφή. Δεν ξέρω πίνακα που να μπόρεσε να αιχμαλωτίσει αυτή τη ματιά. Τα κατάφερε η ντοπιολαλιά μας.