Λογοτεχνική προσέγγιση του Εθνικού μας Ύμνου –

Ιγνάτης Ψάνης

 

Ο εθνικός ύμνος κάθε κράτους αποτελεί ένα από τα ουσιωδέστερα και διακριτά του χαρακτηριστικά γνωρίσματα μαζί με την εθνική του γλώσσα και τη σημαία του, ασφαλώς.
Για τον κάθε λαό έχει μία ξεχωριστή περιπέτεια και διαδρομή και διαμορφώθηκε κάτω από τελείως διαφορετικές καταστάσεις και συγκυρίες.
 Κυρίαρχο χαρακτηριστικό στοιχείο είναι σχεδόν κοινό σε όλους τους εθνικούς ύμνους η φιλοπατρία, το αγωνιστικό φρόνημα του λαού, και η υπερηφάνεια για τη χώρα.
Σε κάθε περίπτωση, όταν ακούγεται, εμπνέει σεβασμό, εθνική υπερηφάνεια, ανυψώνει και τονώνει – μαζί με την έπαρση της σημαίας- την πίστη, την ελπίδα και την αισιοδοξία στους ανθρώπους.
Ο δικός μας εθνικός ύμνος , ο “Ύμνος εις την Ελευθερίαν” είναι ένα ποίημα που έγραψε στη Ζάκυνθο, μέσα σε ένα μήνα, ο 25χρονος Διονύσιος Σολωμός, πρώτα ιταλικά και εν συνεχεία ελληνικά, τον Μάϊο του 1823. Αποτελείται από 158 τετράστιχες στροφές, τμήμα του οποίου, οι δύο πρώτες στροφές, αποτελούν τον Εθνικό Ύμνο της Ελλάδος (από το 1865). Τη μελοποίηση του ύμνου πραγματοποίησε ο Νικόλαος Μάντζαρος. Τυπώθηκε το 1824 στο Μεσολόγγι και δημοσιεύτηκε το 1825 στο Ναύπλιο.
Διονύσιος Σολωμός, Εθνικός Ύμνος (Ύμνος εις την Ελευθερίαν)
Σε γνωρίζω από την κόψη
Του σπαθιού την τρομερή,
Σε γνωρίζω από την άποψη
Που με βία μετράει τη γη.
Απ’ τα κόκκαλα βγαλμένη
Των Ελλήνων τα ιερά,
Και σαν πρώτα ανδρειωμένη,
Χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά!
 Λογοτεχνική προσέγγιση
Σε μία εποχή που εθνικό αίτημα και σύνθημα ήταν “Ελευθερία ή Θάνατος” , που αιματηρές μάχες, πολύνεκρες πολιορκίες και βίαιη εκδίωξη των δυναστών συνιστούν τα απαραίτητα χαρακτηριστικά της περιόδου εκείνης, ήταν αναμενόμενο η ιδέα της Ελευθερίας να εμπνεύσει το νεαρό και ευαίσθητο ποιητή.
Η “Ελευθερία” όχι μόνο ως αφηρημένη έννοια, ως ιδεολογία και ως αξία αλλά πρωτίστως ως οπτικοποιημένη μορφή, ως ζωντανό πλάσμα και όχι ως αποκύημα της σκέψης και της φαντασίας.
Ο ποιητής απευθύνεται (σε γνωρίζω..) στη θεϊκή προσωποποιημένη Ελευθερία, την οποία την αναγνωρίζει απ’ την πρώτη στιγμή. Την αναγνωρίζει αρχικά  απ’ το κοφτερό της σπαθί, που σκορπίζει ολόγυρα τον τρόμο και το θάνατο στους εχθρούς αλλά και  από την “όψη”, απ’ τη ματιά, το πρόσωπο, αγριωπό και αποφασισμένο που με βιασύνη (βια) τρέχει να απελευθερώσει μία χώρα από την οποία τόσους αιώνες απουσίαζε. Μια χώρα στην οποία γεννήθηκε η ανάγκη της ελεύθερης σκέψης και της ελεύθερης βούλησης, μια χώρα στην οποία το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης και της ελεύθερης κυριαρχίας είχε προϊστορία πολλών αιώνων. Αποφασισμένη, λοιπόν, και οπλισμένη άδραξε την ιστορική στιγμή για να ξαναγυρίζει στον τόπο της.
 Και πού βρισκόταν τόσους αιώνες; Πού κρυβόταν; Πού πήγε; Γιατί έφυγε;
Δεν απομακρύνθηκε, δεν έφυγε. Απλά κατέφυγε στον πιο ασφαλή και αναλλοίωτο, στον πιο απροσπέλαστο  και ακαταμάχητο χώρο του ανθρώπινου σώματος, σ΄ αυτό που τον συγκρατεί και τον συνέχει ως οντότητα, ως ύπαρξη, στα κόκκαλα των ιερών νεκρών, των ανθρώπους ανθρώπων που θυσιάστηκαν για χάρη της πατρίδας τους, στους προγόνους των Ελλήνων, οι οποίοι ύμνησαν και τίμησαν με την παράδειγμά τους την αξία της. Απ΄ αυτούς αντλούν δύναμη και έμπνευση από αυτούς.
Με το παράδειγμα των προγόνων και με τη θυσία των συμπατριωτών να δίνουν κουράγιο και δύναμη στους μαχόμενους Έλληνες, η Ελευθερία επανέρχεται γεμάτη γενναιότητα, όπως και πρώτα, όπως και τότε που οι Έλληνες δεν μπορούσαν να ζουν παρά μόνο αν ήταν ελεύθεροι.
Ενθουσιασμένος από τη θέαση της ελευθερίας πια ο ποιητής και σίγουρος για τη νίκη, αφού “σαν πρώτα αντρειωμένη” επανέρχεται, τη διπλοχαιρετά. Κυριαρχεί ο στο τέλος η χαρά, η αίσθηση πως δε θα είναι μακριά ημέρα της παλιγγενεσίας,
Η επισήμανση του τελευταίου στίχου συνδέει την Ελευθερία με τη χαρά και την αγαλλίαση που προκαλεί στους Έλληνες η αίσθηση πως σύντομα θα κατορθώσουν να ζήσουν και πάλι ελεύθεροι, πώς είναι κοντά ημέρα αυτή.
Ολοκληρώνουμε το σχολιασμό του “Ύμνου” με  την ετυμολογία της λέξης ελευθερία, που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον
Η λέξη «ἐλευθερία», κατά μία ετυμολογική ανάλυση (υπάρχουν και άλλες) προκύπτει από: ἐλεύθω= ἐρχομαι, πορεύομαι + ἐρῶ= αγαπώ  ἔρως). Είναι λοιπόν η κατάσταση στην οποία περιέρχεται ο άνθρωπος, όταν περιδιαβαίνει κάτι που του εμπνέει πάθος, ασίγαστη αγάπη, που τον κλονίζει και τον συγκλονίζει, που δύσκολα μπορεί να ζήσει χωρίς αυτήν. Όλα αυτά ταιριάζουν απόλυτα με το νόημά της.
Η λέξη βία προφέρεται ως μονοσύλλαβη (βια), καθώς για μετρικούς λόγους έχουμε σύνθεση, και σημαίνει βιασύνη (βια όχι βί-α).
Σχόλια του Λίνου Πολίτη για τον “Ύμνο”
“Το Μάιο του 1823, σ’ έναν μήνα μέσα και σε μια συνεχή διάθεση λυρικού ενθουσιασμού, θα γράψει τις 158 στροφές του Ύμνου εις την Ελευθερία. Ένα ποίημα πηγαίο, ορμητικό, νεανικό, πολύ πιο ψηλά από τη μέση στάση των νεανικών ποιημάτων, ποίημα της επιτυχίας, που καθιερώνει αμέσως τον εικοσιπεντάχρονο ποιητή. Η Ελευθερία, μορφή ποιητική και όχι ψεύτικη, αλληγορική, που ταυτίζεται με την Ελλάδα, αστράφτει από την πρώτη στιγμή γνώριμη στα μάτια του ποιητή.”
17η Νοέμβρη 1973 και Ελευθερία
Εννοείται ότι η εθνική ελευθερία είναι η πρώτη και κυρίαρχη μορφή ελευθερίας, γιατί χωρίς αυτήν δεν εξασφαλίζεται και δεν υφίσταται απολύτως τίποτα. Απουσιάζουν ή και καταργούνται αυτομάτως όλα τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αναφερόμαστε στην κατάσταση της ς υποδούλωσης, την οποία περιγράφει με μελανά χρώματα και ο Δ. Σολωμός στον «Ύμνο εις την Ελευθερία».
Όταν αυτή εξασφαλιστεί όμως, η αμέσως επόμενη καθοριστική μορφή ελευθερίας είναι η πολιτική ελευθερία, που καταργείται με την επιβολή  ανελεύθερων καθεστώτων ή την ύπαρξη αυταρχικών ηγετών.
21η Απριλίου 1967 και ο πολύπαθος τούτος τόπος θα μπει για άλλη μια φορά στην πολιτική μέγγενη της εφιαλτικής τρομοκρατίας μιας επτάχρονης δικτατορίας, που μόλις 21 χρόνια πριν είχε ξαναζήσει!
Οι δικτατορίες γκρεμίζονται είτε όταν αποδημήσει ο δικτάτορας είτε όταν υπάρχει μια απειλητική γι’ αυτήν εξέγερση είτε όταν εξαιτίας της συμβεί μια εθνική τραγωδία. Με μας συνέβη το δεύτερο, με την εξέγερση των φοιτητών και όχι μόνο στο Πολυτεχνείο και το τρίτο με την τραγωδία της Κύπρου.
Το “Πολυτεχνείο”, όπως ποια μας είναι γνωστό, στις 17 Νοέμβρη 1973, αποτελεί κορυφαίο ιστορικό γεγονός της νεότερης Ελλάδας, που αποτελεί απότιση τιμής στη νεολαία, τόπος αναβάπτισης στα εθνικά ιδανικά, χώρος μνήμης και υπενθύμισης της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.
Το Εθνικό Ύμνο, το σύμβολο του Αγώνα και της Ελευθερίας, με τρεμάμενη φωνή, συγκίνηση και πάθος έστελναν στους εξεγερμένους και σε όλη την Αθήνα από τον πρόχειρο ραδιοσταθμό τα νιάτα στο “Πολυτεχνείο”, αντλώντας ψυχική δύναμη. Και δεν ξεχνάμε:
-Αδέρφια μας, στρατιώτες, αδέρφια μας στρατιώτες… και μετά
¨Σε γνωρίζω από την κόψη του σπαθιού την τρομερή…  Χαίρε, ω χαίρε, Ελευθερία!, ενώ το τανκ γκρέμιζε την πόρτα του Πολυτεχνείου… 
Ελάχιστος φόρος τιμής στην Εθνική μας γιορτή  από το “Πανόραμα