Ιγνάτης Ψάνης
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΓΔΟΝΤΕΛΗΣ 1938-2024
Η δρυς έπεσε… Το κρακ της ξάφνιασε ανατριχιαστικά τα πετούμενα που κούρνιαζαν στα κλαδιά της και τα αγρίμια του λόγγου έσκουξαν πονεμένα. Έφυγε κι ο Βαγγέλης οικείος της από τα νεανικά του χρόνια, όταν ανέβαινε σαν αίλουρος τα κλαδιά της να ραβδίσει τους καρπούς της, συνεισφορά φιλότιμου στο φτωχό βαλάντιο της φαμίλιας του. Έφυγε με ένα κρακ που στο άκουσμα του ξάφνιασε και συνάμα πόνεσε όσους τον γνώρισαν και αγάπησαν με την Αλίκη, τα παιδιά και τα εγγόνια του να σέρνουν με οιμωγές τον τραγικό εξόδιο χορό της απώλειάς του.
Έφυγε ο Βαγγέλης του Νικόλα και της Αστρούλας από τη Φώκια των χαμένων πατρίδων που είδαν πως ο ιδρώτας τους που έσταζε στο σταροχώραφο, αυγάτισε τον καρπό τους που δούλευε παραδίπλα τους, πιστός στην πατρική εντολή που του υπαγόρευε το καθήκον. Ο Βαγγέλης τους που η βιοπάλη των νεανικών χρόνων λατόμησε ένα ψηλό μελαχρινό παλικάρι έτοιμο να ανοίξει πανιά για σπουδαία πράγματα. Ο Βαγγέλης τους που ο πατέρας το ξεσήκωσε ένα Σεπτέμβρη από την καθισιά τους κάπου στην Ευρυτέρα κοντά και με ένα μουλάρι τον πήγαινε με τον παλιό δρόμο στην Καλλονή να μάθει γράμματα στο Γυμνάσιό της με το ξεπροβόδισμα της μάνας και από πίσω κι εκεί από το χωριό με την ενθάρρυνση και προτροπή επιφανών πλην απροκατάληπτων του χωριού να σπουδάσει το παιδί που παίρνει μαθές τα γράμματα και αριστεύει στο Δημοτικό. Ύστερα όλα πήραν το δρόμο τους. Αρίστευσε στο (εξατάξιο) Γυμνάσιο Καλλονής και ο δρόμος του για υψηλότερες πτήσεις ήταν πλέον ανοικτό, όταν ήρθε η ώρα των εισαγωγικών εξετάσεων.
Κι ύστερα ήλθαν οι εισαγωγικές στα Ανώτατα Ιδρύματα της χώρας. Τότε κάθε Σχολή είχε τις δικές της εξετάσεις. Κανένα πρόβλημα για το Βαγγέλη. Ήταν τόση η γνωστική του υποδομή και με κανονικό διάβασμα εισάχθηκε τόσο στη Φιλοσοφική όσο και στη Νομική του Πανεπιστημίου Αθηνών. Επέλεξε τελικά τη Φιλοσοφική όπου και κέρδισε την προβλεπόμενη από τη σειρά κατάταξης εισαγωγής στη Σχολή την οποία διατήρησε ως τη αποφοίτησή του. Μετά έφεδρος Αξιωματικός και διορισμένος πια καθηγητής Μ.Ε. τοποθετηθείς στο τότε Γυμνασιακό Παράρτημα Αντίσσης.
Τότε ήρθε και η Αλίκη στη ζωή του, η άξια σύντροφός του, που τον λάτρεψε κυριολεκτικά και καμάρωνε καθημερινά με την κοινωνική του παρουσία ως εκπαιδευτικού και ανθρώπου. Στην Άντισσα ήρθαν τα κορίτσια τους, η Αστέρω κι η Κρινάνθη. Στο Γυμνάσιο έγινε Γυμνασιάρχης εξ ανάγκης και πολύ γρήγορα απέκτησε και εμπειρίες διοικητικές.
Στην Άντισσα διέλαμψε ως δάσκαλος και ως άνθρωπος με κοινωνικό στάτους υψηλό. Οι μαθητές του, Αντισσαίοι, Βατουσιανοί και άλλοι από τα γειτονικά χωριά, επιστήμονες και επαγγελματίες τον τιμούσαν όσο έζησε πασιφανώς και απροφάσιστα. Ήταν ακόμα εκεί, όταν με τη δέουσα ικανοποίηση είδε ως διευθυντής το ταπεινό εκείνο Γυμνασιακό Παράρτημα Αντίσσης να γίνεται εξατάξιο αυτόνομο Γυμνάσιο-Λύκειο στο χώρο που όλοι γνωρίζουμε, αφήνοντας εκείνο το ταπεινό μέρος που παραχωρούσε η Κοινότητα Άντισσας με τις αίθουσες που τα Σαββατοκύριακα γινόταν κινηματογραφικές. Μου εξομολογούταν το πόσο ικανοποιημένος ένιωσε την ημέρα των εγκαινίων του νέου Εκπαιδευτηρίου για το οποίο και ο ίδιος είχε συμβάλει ως εκ της διοικητικής του θέσης. Διότι πίσω από τη κατασκευή υπάρχουν πολλές γραφειοκρατικές λεπτομέρειες στις οποίες εκ των πραγμάτων έχει συμμετοχή και συμβολή το ίδιο το σχολείο ως οργανισμός.
Ο Βαγγέλης αγάπησε την Άντισσα σα δεύτερο χωριό του. Την αγάπησε και τον τίμησαν οι απλοί άνθρωποι του μόχτου που πάσχιζε να μάθει με άλλους συναδέλφους τα παιδιά τους γράμματα κρατώντας πάντοτε στα καλώς εννοούμενα πλαίσια πειθαρχίας το σχολείο. Αγάπησε ο Βαγγέλης την Άντισσα και για ένα σημαντικό λόγο. Εκεί έζησε τα πρώτα χρόνια της οικογενειακής του ζωής με τα κοριτσόπουλά του να μεγαλώνουν και τη σύντροφο της ζωής του να κερδίζει την εκτίμηση των Αντισσαίων με τη σεμνότητά της. Και κείνη να μη χορταίνει να ακούει τα καλύτερα λόγια να τον καμαρώνει και να ευγνωμονεί την τύχη της όρισε για σύντροφο της ζωής της το Βαγγέλη. Μα και κείνος αντίστοιχα. Η Αλίκη, τύχη της ζωής του, με την ηρεμία της υπήρξε για κείνον πάντοτε το απάνεμο λιμάνι όπου σε κάθε δυσκολία της ζωής ηρεμούσε. Διότι το δασκαλίκι δεν είναι ποτέ ένα εύκολο επάγγελμα, όσο φαίνεται. Η σχολική του δραστηριότητα ως δασκάλου αλλά και ως διευθυντού, που του έτυχε από τα πρώτα βήματα της σταδιοδρομίας του, συνάδελφοι, μαθητές, γονείς όλοι, με την ατομική τού καθενός και εν τω συνόλω διαχείριση, απαιτούσαν την παρέμβαση ή επέμβαση του, η οποία συνακόλουθα απαιτούσε και την κατάλληλη προετοιμασία που ξεκινούσε από το σπίτι.
Όταν ήρθε ο καιρός να φύγει από την Άντισσα, στο Σχολείο της οποίας για κάμποσα χρόνια άφησε δυσαναπλήρωτο κενό, και να εγκατασταθεί στην Αθήνα παίρνοντας μετάθεση σε σχολεία της Νέας Σμύρνης, άλλαξε η ζωή του. Έφευγε για πρώτη φορά από το νησί, την Άντισσα, μα και το χωριό του με τη μοίρα του εσωτερικού μετανάστη να μην έχει πλέον τη χαρά να βρίσκεται στο νησί παρά μόνο να περιμένει τις σχόλες και τις πάψες που του έδινε η δουλειά του. Και πάντοτε τις αξιοποιούσε με τον καλύτερο τρόπο. Πολλά τα Πάσχα του στη Βατούσα, κάθε χρόνο αδιάλειπτες οι θερινές διακοπές του στο χωριό.
Εδώ ανάμεσα σε πολλούς συγχωριανούς της Ν. Σμύρνης θα οργανώσει την κοινωνική του ζωή με την οικογένειά του και ένα σπίτι ανοικτό για βεγγέρες με τους συναδέλφους και φίλους τους.
Κι εγώ αφού μετατέθηκα στην Αθήνα ήταν αναπόφευκτο να μην τον συναντήσω στα πλαίσια αρχικά της συστράτευσης των εκπαιδευτικών για τις ανάγκες των Πανελληνίων Εξετάσεων και αργότερα στο Πρότυπο της Ευαγγελικής στο οποίο, σημειωτέον μου πρότεινε να κάνω αίτηση μετάθεσης. Κάτι θα είχε ακούσει για τη θητεία μου στο Γυμνάσιο-Λύκειο της Καλλονής, κάτι και από τη διοικητική μου εμπειρία ως προϊσταμένου στα Γραφεία της Β΄. ΓΕΜΕ Πειραιά, ή δε ξέρω από πού αλλού και με τίμησε κρίνοντάς με άξιο να μετατεθώ σε ένα σχολείο με απαιτήσεις. Και ο Βαγγέλης σε αυτά είναι ακριβοδίκαιος. Εξ άλλου δε θα ήθελε να εκτεθεί που ήρθε συγχωριανός του στην Ευαγγελική ανίκανος να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις ενός σχολείου αρίστων μαθητών.
Και ένιωσα δέος όταν βρέθηκα ανάμεσα σε συναδέλφους, τέρατα ιερά στην ειδικότητά τους, εν οις και ο Βαγγέλης, ο Αντισσαίος, μαθηματικός ο Παναγιώτης Στεργίου κι αργότερα ως διευθυντής ο του Λυκείου ο σπουδαίος φιλόλογος Θανάσης Φραγκούλης από το Σκουτάρο.
Κορυφαίο γεγονός της συνύπαρξής μας με το Βαγγέλη υπήρξε κατά το διάστημα που επελέγη ως διευθυντής του Γυμνασίου της Ευαγγελικής, όταν η ενιαία Ευαγγελική Σχολή διασπάσθηκε σε χωριστό Γυμνάσιο και Λύκειο και με βρήκε να έχω τοποθετηθεί στο Γυμνάσιό της ως ο νεότερος την ειδικότητά μου καθηγητής. Όπως πάντα σε όποιο σχολείο
κι αν υπηρέτησα δε δίστασα να προσφέρω τις υπηρεσίες μου ως άτυπος γραμματέας, αφού δεν είχε ακόμη θεσμοθετηθεί ο γραμματέας κάθε σχολικής μονάδας στη Μέση Εκπαίδευση, Χαρά μου να τον βοηθώ, μα ήταν τόσο φιλότιμος που ποτέ δε ζήτησε να το εκμεταλλευτεί. Και όχι μόνο, δουλειές που είχα να κάνω εγώ τις έκανε ο ίδιος Χαρά μου ακόμα όταν οι ανάγκες του σχολικού προγράμματος μού άφηναν κενό στις πρώτες ώρες, εγώ πήγαινα από το πρωί, να κάτσουμε να πιούμε καφέ και να τα πούμε για το χωριό και το σύλλογό μας. Και σαν ήρθε η ώρα να συνταξιοδοτηθεί, ήμουν εγώ που μίλησα στην τιμητική τελετή για την αποχώρησή του. Και επιφυλάσσομαι να βρω το λόγο αυτόν και να τον δημοσιεύσω στους ΠΑΛΜΟΥΣ.
Για όλα αυτά πάντοτε νιώθω ευγνωμοσύνη που έγινε αιτία να τολμήσω να αιτηθώ μετάθεση σε ένα σχολείο στο οποίο για 23 συναπτά έτη έζησα τα καλύτερα χρόνια της εκπαιδευτικής μου σταδιοδρομίας αγαπημένος από του μαθητές μου και εκτιμούμενος από τους γονείς τους.
Εκεί όμως που σφυρηλατήθηκαν οι σχέσεις μας ήταν η για πολλά χρόνια η συνεργασία μας ήταν στο σύλλογο και κυρίως στους Παλμούς της Βατούσας. Και δε χρειάζεται να πω τίποτε παραπάνω στο ζήτημα αυτό που όλοι ζούσατε κάθε φορά που παίρνατε στα χέρια σας τους ΠΑΛΜΟΥΣ και διαβάζετε τα κείμενά του. Μα και ως μέλος του ΔΣ και πρόεδρος του Συλλόγου πρόσφερε πολλά σε εκδηλώσεις στην Αθήνα κι εδώ. Και θα μπορούσε να προσφέρει περισσότερα, αν δεν αποχωρούσε πικραμένος από τα διοικητικά του με ένα παράπονο για το όποιο ποτέ δεν έμαθα για ποιον είναι, παρά τις συχνές κατά καιρούς ερωτήσεις μου. Επιπλέον υπήρξαν πάντοτε πολύτιμες οι συμβουλές του σε μένα, οσάκις τον συμβουλευόμουν.
Κι όμως αν αποχώρησε θεσμικά από τα κοινά του Συλλόγου, ουσιαστικά ποτέ δεν έφυγε από αυτόν. Πρώτα η προσφορά του στο περιοδικό ως διορθωτής κειμένων, αλλά κυρίως ως συντάκτης άρθρων και ανταποκρίσεων από τη Βατούσα υπήρξε ανεκτίμητη. Ο όγκος των δύο βιβλίων που εξέδωσε κατά τη διάρκεια της τελευταίας διετίας περιέχοντας δημοσιεύματα του στους Παλμούς το αποδεικνύει. Χώρια τα σχόλια και οι ανταποκρίσεις ή οι εντυπώσεις του από τη Βατούσα, τα φωτογραφικά ρεπορτάζ του συμπληρώνουν δύο ακόμα βιβλία. Χωρίς η γραφή του οι ΠΑΛΜΟΙ θα ήταν δραματικά φτωχοί. Και ακόμα η συγκέντρωση σημαντικών ποσών χρημάτων όσο χρονικό διάστημα έμεινε στη Βατούσα τα καλοκαίρια, φυσικά όχι από τους μόνιμους κατοίκους της αλλά από τους παρεπιδημούντες ξενιτεμένους.
Για το Βαγγέλη ήρθε η ώρα να φύγει από κοντά μας με το κατευόδιο της αγάπης όλων μας. Αγάπης ανυπόκριτης που ήταν δική του κατάκτηση και όχι φτιασίδι κοινωνικής συμβατικότητας ή κολακείας , γιατί ο Βαγγέλης υπήρξε σεμνός, συγκαταβατικός, κατανοητικός ακόμα και σε αυτούς που έτυχε να τον πικράνουν. Σ΄ αυτόν οποιοδήποτε είδος ανταπόδοσης ή εκδίκησης δεν του πήγαινε. Ένοιωθε πίκρα ίσως για κάποιους, ποτέ όμως δεν ένοιωσε μίσος ή έχθρα. Ανιδιοτελής πηγαίος φυσιολάτρης. Λάτρεψε τη φύση της Βατούσας σαν γεννημένος και ανδρωμένος μέσα σε αυτήν.
Ώρες ολόκληρες περιφερόταν στη Βατουσιανή ύπαιθρο ανιχνεύοντας παλιές μορφές ζωής που έζησε μέσα σε χέρσα κι ακαλλιέργητα χωράφια, με κάτι δέντρα που μας έτρεφαν κάποτε να φθίνουν περιφρονημένα.. Εδώ μια αχλαδιά, μια συκιά, εκεί μια κυδωνιά και πιο πέρα μια βυσσινιά. Και πάντοτε με πίκρα το τόνιζε που αφήσαμε δέντρα πολύτιμα για τη ζωή μας παραμελημένα καθότι τα αχρήστεψαν οι νέοι τρόποι ζωής μας. Καμάρι του που στα τελευταία χρόνια της ζωής του πέτυχε, όπως ονειρευόταν να μοιράζεται με τη σύντροφό του το χρόνο του σε έξι μήνες στην Αθήνα και άλλους έξι στο χωριό.
Ως εδώ μη σας κούρασα. Τα θερμά μας συλλυπητήρια, εμού, της Σοφίας, που τον εκτιμούσε αφάνταστα, και των παιδιών μου που είχαν την τύχη να τον έχουν δάσκαλό τους στην Ευαγγελική, στην αγαπητή μας Αλίκη στην Αστέρω και στη Κρινάνθη και στα εγγόνια του Κωνσταντίνο –Αλίκη και Γαβριήλ- Ευαγγελία. Όλοι τους επιστήμονες στους οποίους πρόσφερε από την Αστέρω ως την Ευαγγελία τη διδακτική του δεινότητα προετοιμάζοντάς τα για την εισαγωγή τους στα Ανώτατα ιδρύματα της χώρας.
Είθισται να λέγεται για κάθε νεκρό, κάθε φορά που κάποιος κακεντρεχής υπενθυμίζει τα τρωτά του βίου του ότι «Ο αποθανών δεδικαίωται». Ο Βαγγέλης με τη ζωή του στο μάταιο τούτο κόσμο δε χρειάζεται καμιά τέτοια … ΔΙΚΑΙΩΣΗ!
Ν. Σμύρνη, 4 του Γενάρη
ΓΙΑΝΝΗΣ ΕΥΡ. ΜΑΝΟΥΚΑΣ