Δραχμή: Η ιστορία του αρχαιότερου νομίσματος της Ευρώπης

Εισαγωγικό σημείωμα Ιγνάτη Ψάνη

Με αφορμή τον πρόσφατο θάνατο του πρώην Πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη, στη 2η πρωθυπουργία του οποίου επετεύχθη η ένταξη της χώρας μας στην Οικονομική και Νομισματική Ενωση (ΟΝΕ), αφιερώνομε ένα άρθρο στο αρχαιότερο νόμισμα της Ευρώπης, τη δραχμή.
Η δραχμή ξεκίνησε την πορεία της από την αρχαία Ελλάδα, πριν από 2650 χρόνια, και το Αθηναϊκό τετράδραχμο (Αθηναϊκή γλαύκα), έδωσε τη θέση της στο τετράδραχμο του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Υπήρξε το πλέον διαδεδομένο και ισχυρό νόμισμα για πάρα πολλούς αιώνες. Στο ελεύθερο Ελληνικό κράτος αντικατέστησε το 1833 τον Φοίνικα και έκλεισε τον ιστορικό του κύκλο την πρώτη Ιανουαρίου του 2002, ουσιαστικά και καθολικά στις 28 Φεβρουαρίου του 2002.

Κυριακή, 29 Δεκεμβρίου 2024

Νατάσα Στασινού  

Με ζωή…2.650 ετών ήταν το παλαιότερο νόμισμα της Ευρώπης. Στήριξε την ίδρυση και άνθιση πόλεων. Άντεξε σε πολέμους, αναταραχές και επιθέσεις. Και τελικά αποχαιρέτησε τις διεθνείς αγορές, για να επιτρέψει την είσοδο ενός νέου νομίσματος στη ζωή μας.

Το ημερολόγιο έγραφε Παρασκευή, 29 Δεκεμβρίου 2000, όταν η Δραχμή διαπραγματεύτηκε για τελευταία φορά στη διεθνή αγορά συναλλάγματος. Και τούτο γιατί η Ελλάδα είχε αποφασίσει την ένταξη στην Ευρωζώνη από την 1η Ιανουαρίου 2001 – έναν χρόνο πριν πάρουμε στα χέρια μας το ευρώ σε φυσική μορφή και δύο χρόνια αφότου εντάχθηκαν οι πρώτες χώρες στη νομισματική ένωση.

Η απόφαση για τον χρόνο ένταξης είχε ληφθεί από το 1997 σε σύσκεψη του τότε πρωθυπουργού, Κώστα Σημίτη, με τον υπουργό Οικονομίας Γιάννο Παπαντωνίου και τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Λουκά Παπαδήμο.

Όταν έφτασε η ώρα η Δραχμή να δώσει τη θέση της στο ευρώ, η ισοτιμία ορίστηκε στις 340,75 δραχμές ανά ευρώ.

Ας δούμε ποια είναι η ιστορία της Δραχμής και πώς προέκυψε το όνομά της – το οποίο μάλιστα ενέπνευσε και τα ονόματα άλλων νομισμάτων που χρησιμοποιούνται έως σήμερα.

Μία χούφτα οβολοί

Στην αρχαιότητα, μία δραχμή ήταν ίση προς έξι οβολούς, νόμισμα το οποίο στην παλαιότερη μορφή του είχε σχήμα σιδερένιας ράβδου. Το πάχος του ήταν τόσο, ώστε η χούφτα ενός χεριού να μπορεί να πιάσει έξι από αυτούς. Έτσι πήρε και το όνομά της: εκ του δράττω – όσους οβολούς μπορούσε να πιάσει η παλάμη.                                                           

Όπως και πολλά νομίσματα της αρχαιότητας, έτσι και η δραχμή, εκτός από νομισματική μονάδα, αρχικά αποτέλεσε μονάδα μέτρησης βάρους. Ένα αργυρό τετράδραχμο, για παράδειγμα, ήταν νόμισμα αργυρό με βάρος τεσσάρων δραχμών.

Ο ρόλος της στις πόλεις – κράτη

Για αιώνες η δραχμή χρησιμοποιήθηκε στον αρχαίο ελληνικό κόσμου, αφού αρκετές πόλεις-κράτη εξέδωσαν νομίσματα με το όνομα αυτό με πιο γνωστά το αργυρό δίδραχμο του Φείδωνα και το αθηναϊκό τετράδραχμο του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

Ειδικά το αθηναϊκό τετράδραχμο αποτέλεσε το πλέον διαδεδομένο νόμισμα την περίοδο της ακμής της Αθήνας τον 5ο αιώνα π.Χ. έως και την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, οπότε επικράτησαν τα Μακεδονικά νομίσματα. Γινόταν δεκτό στις συναλλαγές σε όλο τον ελληνικό κόσμο, ακόμα και στις πόλεις εκείνες οι οποίες δεν κρατούσαν φιλική στάση προς την Αθήνα. Στη μία όψη του απεικονίζεται η Αθηνά και στην άλλη το σύμβολο της πόλης των Αθηνών, η γλαύκα (κουκουβάγια). Το νόμισμα αυτό ήταν πιο γνωστό απλώς ως Αθηναϊκή γλαύκα.

                                                                                         

Αιώνες αργότερα η γλαύκα του αθηναϊκού τετράδραχμου απεικονίστηκε και πάλι: στην ελληνική εθνική όψη του κέρματος του ενός ευρώ.

Από τον Μέγα Αλέξανδρο στη Μέση Ανατολή

Με τις κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου ο όρος δραχμή διαδόθηκε και εκτός του ελληνικού κόσμου. Ο μύθος που δημιουργήθηκε γύρω από το όνομα του μεγάλου στρατηλάτη ήταν παράγοντας ο οποίος συντέλεσε ώστε να κοπούν δραχμές που να τον απεικονίζουν από τους διαδόχους του αλλά και από άλλους ηγεμόνες πολύ μετά τον θάνατο του.

                                                                                          

Μάλιστα το ντιρχάμ στη Μέση Ανατολή (εξακολουθεί να χρησιμοποιείται σε μουσουλμανικές χώρες όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Μαρόκο) προέρχεται από τη δραχμή ή το δίδραχμο. Το ντραμ της Αρμενίας έχει επίσης ως ρίζα τη λέξη δραχμή.

Και στο σύγχρονο ελληνικό κράτος

Η δραχμή έγινε νόμισμα του νέου ελληνικού κράτους το 1833. Συγκεκριμένα με διάταγμα του Όθωνα, της 8ης Φεβρουαρίου 1833, «περί ρυθμίσεως του νομισματικού συστήματος», η δραχμή αντικαθιστά τον φοίνικα.

                                                                 

Οι πρώτες δραχμές και οι υποδιαιρέσεις τους κόπηκαν στη Βαυαρία από μήτρες που κατασκεύασε στο Μόναχο ο Κόνραντ Λάνγκε, μετέπειτα διευθυντής του Ελληνικού Βασιλικού Νομισματοκοπείου. Παρόλο που το βασιλικό διάταγμα έχει ημερομηνία 8 Φεβρουάριου 1833, στην πρώτη δραχμή αναγράφεται το έτος 1832, το έτος δηλαδή ανάρρησης στον θρόνο του Όθωνα ως βασιλιά της Ελλάδας.

Η νέα νομισματική μονάδα του σύγχρονου Ελληνικού κράτους υποδιαιρείται σε 100 λεπτά. Από τότε και αδιάλειπτα μέχρι τις 28 Φεβρουαρίου 2002 στις συναλλαγές των πολιτών, η δραχμή ήταν νομισματική μονάδα του σύγχρονου ελληνικού κράτους.

Τα τραπεζογραμμάτια και τα κέρματα ευρώ τέθηκαν σε κυκλοφορία το 2002, αλλά ο σχεδιασμός και η προετοιμασία για την εισαγωγή τους είχαν ξεκινήσει ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1990.

Η Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία υπογράφηκε στο Μάαστριχτ στις 7 Φεβρουαρίου 1992, περιγράφει τις αρμοδιότητες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), καθώς και των κυβερνήσεων και των εθνικών κεντρικών τραπεζών (ΕθνΚΤ) των χωρών της ζώνης του ευρώ, όσον αφορά την έκδοση των τραπεζογραμματίων και των κερμάτων ευρώ.

Την 1η Ιανουαρίου 2002 τα τραπεζογραμμάτια και κέρματα ευρώ τέθηκαν σε κυκλοφορία σε 12 χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Η μετάβαση ολοκληρώθηκε μέσα σε δύο μήνες και τα εθνικά τραπεζογραμμάτια και κέρματα των πρώτων 12 χωρών έπαψαν να αποτελούν νόμιμο χρήμα στο τέλος Φεβρουαρίου του 2002.

Από την 1η Ιανουαρίου έως τις 28 Φεβρουαρίου 2002 τα τραπεζογραμμάτια και κέρματα ευρώ κυκλοφορούσαν στην Ελλάδα παράλληλα με τα τραπεζογραμμάτια και κέρματα δραχμών (περίοδος παράλληλης κυκλοφορίας). Οι συναλλαγές σε λογιστική μορφή όμως (με επιταγές, εμβάσματα, πιστωτικές κάρτες κ.λπ.) γίνονταν μόνο σε ευρώ.