Λεξικό φράσεων της ντοπιολαλιάς- Μέρος 14ο

Τάσος Μακρής

Έν η βρέθτσι ένα πράσ’νου φύλλου
Παράπονο για επίσκεψη που έγινε δίχως κάποιο δωράκι, με “αδειανά χέρια”. Το πράσινο φύλλο παραπέμπει σε ένα λουλούδι, μια ανθοδέσμη. Αν είναι αυτό σωστό, παίρνουμε την πληροφορία πως η σύγχρονη πρακτική στις επισκέψεις είναι ήδη παλιά.

  Είνι να μασείς κτσιά τσι να τουν φτύν’ς

Η πληροφορία την οποία δίνει η φράση είναι ότι τα κουκιά τρωγόταν  όχι μόνο βρασμένα, αλλά και ωμά. Σ΄αυτήν την περίπτωση το στόμα ήταν γεμάτο θραύσματα, τα οποία ξεφεύγανε απ’ τα χείλια με την ομιλία.  Πολύ περισσότερο με το φτύσιμο.

Τη φράση χρησιμοποιούσαν, για να περιγράψουν με πλάγιο τρόπο, την ασχήμια ενός προσώπου. Σύμφωνα με την παράδοση, για να αποφευχθεί η βασκανία , έπρεπε το όμορφο πρόσωπο να το φτύσεις και να πεις τα λόγια « φτού σου να μη βασκαθείς». Ας σκεφτούμε τώρα να ξεφουρνίσει κάποιος αυτά τα λόγια μπροστά σε ένα πρόσωπο με γεμάτο το στόμα με κουκιά!

                                                              Έ πιάν’ φυλλουσιά                                                                           

Η φράση λέγεται για σύγκριση με κάτι το κατώτερο.  Αυτή η φυλλουσιά δεν είναι βέβαια των δένδρων, αλλά της τράπουλας. Πιάνω φυλλουσιά σημαίνει έχω καλό χαρτί, άρα υπερτερώ. Είναι λοιπόν μεταφορά από το χαρτοπαίγνιο.

                                                   Έπιασα τ’ν ουρά  τ’ μι τουν άμμου                                                                                                                        

Καταπληκτική διατύπωση, κατάλληλη για ψυχολογική έρευνα και κοινωνική κατανόηση της συμπεριφοράς των προγόνων μας.                                                                                                           Κάποτε ( τότε που υπήρχαν) πιάναμε χέλια, τα οποία όμως γλιστρούσαν  και δεν μπορούσαμε  να συγκρατήσουμε, παρά μόνο, όταν βάζαμε στα χέρια άμμο ή ξερό χώμα. Το ίδιο συνέβαινε και με την ουρά ζώου, αλλά και με την ανύπαρκτη  φανταστική ανθρώπινη

Στη φράση μας η ανθρώπινη ουρά σηματοδοτεί την δυνατότητα ενός ατόμου να ξεφεύγει από την ευθύνη του και την  όποια δύσκολη θέση του σα να είχε γλιστερή ουρά. Όταν  τα στοιχεία  εναντίον του είναι ατράνταχτα, μοιάζει η κατάσταση σα να βαστούν την ουρά του με άμμο και δεν μπορεί να ξεγλυστρίσει.

                                                    Έπιξι τ’ αρθούν’  ‘υτ 

Το «αρθούν’» στο λεσβιακό ιδίωμα είναι το ρουθούνι. Τα ζώα οσμίζονται ανοίγοντας τα ρουθούνια τους και εισπνέοντας μικρές ποσότητες  αέρα.  Αυτή η κίνηση αποδίδεται με την φράση: «έπιξι τ΄αρθούν΄υτ”.

Οι άνθρωποι την πρακτική των ζώων την μετέφεραν στις δικές τους δραστηριότητες και όταν θέλουν να επισημαίνουν ότι έγινε αντιληπτή κάποια κρυφή ενέργεια των άλλων ατόμων, χρησιμοποιούν τις φράσεις: Το μυρίστηκα, το οσμίστηκα. στην ντοπιολαλιά μας το κάναμε παραστατικότερο.

                Έπιασι του τράγου  απ’ τα τσιέρατα

 Μεταφορική κι αυτή η φράση. Λέγεται, όταν στις ανθρώπινες αντιδικίες , ο ένας   αντίδικος φέρνει τον άλλον σε δύσκολη θέση.

Ο τράγος  με τα κέρατά του για όπλα γίνεται πολύ επικίνδυνος. Αν, όμως, πιάνοντάς τα, στρέψεις  λίγο το κεφάλι του, τότε καταφέρνεις να τον ακινητοποιήσεις. Στις ανθρώπινες σχέσεις βέβαια στη θέση των κεράτων, τη  δουλειά την κάνουν η αλήθεια και τα επιχειρήματα.

                                               Έπιασε του κριτσέλ΄                                            

Η φράση αυτή πρέπει να μαστορεύτηκε τον  τελευταίο αιώνα, στους χρόνους της  απελευθέρωσης του νησιού μας  και της ένταξής του στην πολιτική διοίκηση. Και τούτο ,   γιατί η μεταφορική φράση αναφέρεται στην μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων.                   Τα σπίτια του χωριού μας είχαν αυλή και μια αυλόπορτα δίφυλλη με ένα σιδερένιο κρίκο σε κάθε φύλλο που μέσα τους  περνούσε αλυσίδα. Κρίκοι και αλυσίδα μαζί λεγότανε «κριτσέλλια» και με αυτά σφράγιζαν την πόρτα.                                                                                     Τα παιδιά τότε, που έπαιζαν ελεύθερα στους δρόμους του χωριού, ανακάλυψαν πως τα κριτσέλλια  μπορούσαν να γίνουν παιχνίδι. Σκάρωσαν λοιπόν ένα παιχνίδι, κυνηγητό, κατά το οποίο, όταν πρόφθαινε ένας παίχτης να πιάσει ένα κρίκο από τα κριτσέλλια, δεν είχε κανείς την δύναμη να τον αποσπάσει.                                                                                                                    Οι γονείς των παιδιών, που σε χρόνους  διαρκούς ανασφάλειας  έβλεπαν τους δημοσίους υπαλλήλους  να  χαίρονται την σιγουριά της  μονιμότητας, κατάλαβαν πως τα παιδιά  το ίδιο πράγμα το έκαναν παιχνίδι. Η μεταφορά ήταν έτοιμη:  Όποιος διοριζόταν  δημόσιος υπάλληλος έπιανε το κριτςέλ’ και απολάμβανε την σιγουριά της δουλειάς και των αποδοχών.

 

  .