Με ολοκληρωτική καταστροφή απειλούνται οι τοιχογραφίες του Θεόφιλου
«Τι απώλεια για τη Λέσβο και την Ελλάδα αν αυτές οι τοιχογραφίες χαθούν για πάντα. Η ευκαιρία να διατηρηθούν οι τοιχογραφίες στην Καρίνη παραμένει. Αλλά ο χρόνος λιγοστεύει. Πόσο θλιβερό να υπάρχει αυτή η αδιαφορία στη Λέσβο για αυτόν τον θησαυρό…» Dr Marguerite Johnson

Καρίνη Λέσβου: το μέρος που ο θρύλος θέλει να ζούσε ο μεγάλος Λέσβιος λαϊκός ζωγράφος Θεόφιλος Χατζημιχαήλ. Εκεί, στη σκιά ενός μεγάλου πλάτανου χιλιάδων ετών, στην παλιά ταβέρνα της περιοχής, ο Θεόφιλος άφησε τα απτά και πολύτιμα ίχνη του ζωγραφίζοντας σ’ έναν τοίχο την ιστορία του Σουλίου. Εδώ και καιρό όμως αυτές οι τοιχογραφίες βρίσκονται αντιμέτωπες με το δικό τους «Ζάλογγο», καθώς ο χρόνος και οι καιρικές συνθήκες είναι ανελέητοι παράγοντες στην καταστροφή τους.

Ο Σάββας Καμπούρης, τελευταίος ιδιοκτήτης της ιστορικής αυτής ταβέρνας, προσπαθεί εδώ και δεκαετίες να κινητοποιήσει τις τοπικές αρχές αλλά και το ΥΠΠΟ προκειμένου να γίνουν οι απαραίτητες ενέργειες για την αποκατάσταση και τη σωτηρία των τοιχογραφιών αυτών ώστε να μην περάσουν στη λήθη και γίνουν και αυτές θρύλος στα χρόνια που έρχονται!

Πόσο θλιβερή θα ήταν η φράση «εδώ κάποτε ο Θεόφιλος ζωγράφισε την ιστορία του Σουλίου, αλλά το κράτος αδιαφόρησε και εξαφανίστηκαν». Ηδη οι τοιχογραφίες είναι σε πολύ κακή κατάσταση και όσο περνάει ο καιρός, κάποιες από αυτές άρχισαν να εξαφανίζονται. Εχουν μείνει κάποια ίχνη μόνο από τα χρώματα που είχε χρησιμοποιήσει ο λαϊκός ζωγράφος.

Η πικρή ιστορία

■ Οι πρώτες προσπάθειες να διασωθεί αυτός ο πλούτος της Καρίνης ξεκίνησαν επί δημαρχίας Χρύσανθου Χατζηπαναγιώτη στην Αγιάσο (2003-2010) όπου είχαν γίνει από την Αρχαιολογική Υπηρεσία εργασίες συντήρησης των τοιχογραφιών, οι οποίες σταμάτησαν λόγω έλλειψης πιστώσεων! Τότε κατασκευάστηκε και το προστατευτικό στέγαστρο που υφίσταται μέχρι σήμερα.

■ Τον Ιούνιο του 2016, ο Σάββας Καμπούρης, ιδιοκτήτης του κτιρίου, αρχίζει να χτυπά τις πόρτες και του δήμου και της περιφέρειας για τη διάσωσή τους, με αποτέλεσμα να καταφέρει να κινητοποιήσει τον τότε αντιπεριφερειάρχη Βορείου Αιγαίου Θεόδωρο Βαλσαμίδη, ο οποίος προχώρησε σε αυτοψία και στη συνέχεια απέστειλε αίτημα προς την Εφορεία Νεωτέρων Μνημείων ζητώντας τους να μεριμνήσουν και να πράξουν τα δέοντα για τη διάσωση των τοιχογραφιών. Περίπου έναν μήνα αργότερα, η Εφορεία απαντά στον Θεόδωρο Βαλσαμίδη αλλά και στον Σάββα Καμπούρη: «Σε συνέχεια αιτήματος της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου, παρακαλούμε να εξετάσετε τη δυνατότητα συντήρησης της τοιχογραφίας του Θεόφιλου Χατζημιχαήλ που βρίσκεται στον εξωτερικό τοίχο του διατηρητέου κτιρίου σύμφωνα με την Υ.Α. 17054/24.9.1965, ΦΕΚ 644/Β/2.10.1965, καθώς η υπηρεσία μας δεν διαθέτει εξειδικευμένο προσωπικό στη συντήρηση τοιχογραφιών».

■ Σύμφωνα με αυτήν την απάντηση της Εφορείας Νεωτέρων Μνημείων, για να συνεχιστούν οι εργασίες, θα έπρεπε να εξασφαλιστεί χρηματοδότηση και να προσληφθούν ειδικός συντηρητής τοιχογραφιών και εργάτες. Πιστώσεις μπορούσαν να διατεθούν είτε από το υπουργείο Πολιτισμού είτε από άλλον φορέα (λ.χ. ΟΤΑ). Ο ειδικός συντηρητής που θα προσλαμβανόταν, θα συνέτασσε μελέτη, που θα στελνόταν για έγκριση στην Αθήνα, και μετά την έγκρισή της θα αναλάμβανε και την εκτέλεση του έργου.

■ Παρά τις προσπάθειές του να κινητοποιήσει τον Δήμο Μυτιλήνης για τη διάσωση των τοιχογραφιών, όμως, ο Καμπούρης δεν έλαβε ανταπόκριση και τώρα εκφράζει την αγωνία του για την απώλεια αυτού του πολιτιστικού θησαυρού, τονίζοντας την αδιαφορία που απειλεί την κληρονομιά του Θεόφιλου και της Λέσβου.

Από εκείνο το σημείο και μετά ο ιδιοκτήτης του κτιρίου παρακολουθεί με απόγνωση την καταστροφή των τοιχογραφιών από το πέρασμα του χρόνου και τις καιρικές συνθήκες παλεύοντας με την αδιαφορία και τη γραφειοκρατία του Ελληνικού Δημοσίου.

Μια Αυστραλέζα σύμμαχος

Τον Απρίλιο του 2025, στο τοπικό μέσο Lesvosnews.net, δημοσιεύεται μια επιστολή με τίτλο «Η αδιαφορία που σκοτώνει τις τοιχογραφίες του Θεόφιλου στην Καρίνη» και την υπογράφει μια «Αυστραλιανή ακαδημαϊκός, με πάθος για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και τη Σαπφώ, η οποία ζει τα τελευταία δύο χρόνια στη Λέσβο, όπου ανακάλυψε τον σπουδαίο λαϊκό ζωγράφο Θεόφιλο Χατζημιχαήλ. Ερωτεύτηκε τις τοιχογραφίες του στην ταβέρνα της Καρίνης, οι οποίες φθίνουν λόγω αμέλειας» όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά.

Η Dr Marguerite Johnson, όπως ονομάζεται η ακαδημαϊκός, αναφέρει στην επιστολή της:

«Εχω γράψει δύο φορές στον Δήμο Μυτιλήνης, ζητώντας να συναντηθώ με κάποιον για να συζητήσουμε πώς θα μπορούσα να βοηθήσω στην αναζήτηση χορηγού ή στη συγκέντρωση χρημάτων για τη διατήρηση ενός τόσο σημαντικού κομματιού της ελληνικής ιστορίας. Δεν έχω λάβει απάντηση.

Εχοντας διαβάσει το άρθρο στο Lesvos News (7/4/2025) για την τρέχουσα κατάσταση του Σπιτιού του Θεόφιλου στη Βουναράκη, ένιωσα την έμπνευση να μοιραστώ και τη δική μου ιστορία. Τι απώλεια για τη Λέσβο και την Ελλάδα αν αυτές οι τοιχογραφίες χαθούν για πάντα. Η ευκαιρία να διατηρηθούν οι τοιχογραφίες στην Καρίνη παραμένει. Αλλά ο χρόνος λιγοστεύει. Πόσο θλιβερό να υπάρχει αυτή η αδιαφορία στη Λέσβο για αυτόν τον θησαυρό…».

Η ακαδημαϊκός μάλιστα περιγράφει με πολύ γλαφυρό τρόπο και το πώς ανακάλυψε τις μισοκατεστραμμένες τοιχογραφίες. «Μια καλοκαιρινή μέρα, ενώ απολάμβανα το μεσημεριανό μου στην ταβέρνα στην Καρίνη, ένα μικρό αγόρι με πήρε από το χέρι και με ρώτησε αν ήθελα να δω το δέντρο.

“Το δέντρο;” ρώτησα. “Ποιανού δέντρο;”. “Το δέντρο του καλλιτέχνη” απάντησε το μικρό αγόρι. Μπήκαμε μέσα σε ένα κούφιο δέντρο και ο μικρός μου οδηγός μού εξήγησε ότι υπάρχει ένας μύθος ότι ζούσε εδώ ο Θεόφιλος. Το σημαντικό όμως δεν είναι αυτός ο μύθος… Στον ίδιο χώρο, φωτογράφισα τις τοιχογραφίες που ο Θεόφιλος είχε ζωγραφίσει στην αρχική ταβέρνα. Οι τοιχογραφίες βρίσκονται σε πολύ κακή κατάσταση. “Πώς είναι δυνατόν αυτό;” αναρωτήθηκα. “Πρέπει να διατηρηθούν”. Και από εκείνη τη στιγμή ορκίστηκα να βοηθήσω στη διάσωσή τους».

Η αδιαφορία ως «μνημείο» των νεότερων χρόνων

Η όλη ιστορία αποδεικνύει ξεκάθαρα τις παθογένειες και την ανικανότητα του ελληνικού κράτους να προστατεύσει την πολιτιστική μας κληρονομιά. Μνημεία τέχνης της νεότερης ιστορίας της χώρας μας αφήνονται στη μοίρα τους για να εξαφανίζονται, ενώ θα μπορούσαν τελικά να είχαν σωθεί και να είχαν εμπλουτίσει την παράδοσή μας και την ιστορία μας.

Οσα χρόνια και να περάσουν, η δυσκινησία του υπουργείου Πολιτισμού και των τοπικών αρχών, δήμου και περιφέρειας, είναι το μόνο που δεν πρόκειται να εκλείψει ως «μνημείο» των νεότερων χρόνων και θα στιγματίζει και θα τορπιλίζει τις προσπάθειες των απλών πολιτών να σώσουν όσα θα μπορούσαν να σωθούν!