Συνεχίζουμε να αναρτούμε φράσεις της ντοπιολαλιάς τις οποίες ο αγαπητός Τάσος Μακρής προσπαθεί να ερευνήσει γλωσσολογικά την προέλευσή τους και παράλληλα να τις εντάξει μέσα στην κοινότητα ως αποτέλεσμα των προβλημάτων, προβληματισμών και γλωσσικών ιδιορρυθμιών της. Τη φράση που διαπραγματεύεται αυτή τη φορά…οι κάποιας ηλικίας πολύ συχνά κάποτε την είπαμε. Ας αφήσουμε τον Τάσο Μακρή να μας εξιστορήσει τη διαδρομή της στην κοινότητα.
Τάσος Μακρής
Άμι λιώς
Είχαν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι το ρήμα “αλάομαι = περιπλανιέμαι” και όταν έφυγαν το άφησαν στους Πολιχνιάτες, οι οποίοι το μεταποιήσαν και έκαναν μερικά παράγωγα στα δικά τους μέτρα, όπως το λιέμι, το άμιλιως και το αλήμουνους. Οι λέξεις είναι όμορφες αλλά και επικίνδυνες, γιατί καθώς έρχονται από το μισοφωτισμένο παρελθόν είναι δύσκολο να αποφανθεί κανείς με βεβαιότητα για την ορθή ετυμολογία τους. Ας προσπαθήσουμε, όμως, με την ελπίδα πως σε περίπτωση λάθους θα βρεθεί ο διορθωτής του.
Το “λιέμι” φαίνεται να είναι συναίρεση του “αλάομαι” (με Πολιχνιάτικη γραμματική), αφού μάλιστα είναι της ίδιας σημασίας, θα πει και αυτό περιφέρομαι άσκοπα. Η ερώτηση της μάνας “πού λιέσταν βρε;”= πού γύριζες, που περιφερόσουν; και η φράση “λιένταν σα του ξικαπίστρουτου του μλαρ'”= περιφερόταν σαν το ζώο, που δεν φοράει χαλινάρι.
Του ίδιου ρήματος είναι και το λεκτικό μας μόρφωμα “αμιλιώς”, μια δίλεκτη προστακτική, που με τη χρήση έγινε μονολεκτική και δύσκολα αντιληπτή η προέλευσή της, αφού μόνο η σημασία και ο στόχος της μας ενδιαφέρει. Είναι τμήμα μιας φράσης παραπεμπτικής στο ψάξιμο της αλήθειας:”Άμι λιώς τσι γύρηυγί του”= άντε πήγαινε να το γυρεύεις.
Αυτή την προτροπή απευθύνουμε, όταν δεν θέλουμε να δώσουμε απάντηση. Και είναι πολύ προσβλητική η χρησιμοποίηση της προστακτικής “λιώς” τόσο, που επισύρει την ανταπάντηση:”λιέσταν τσι μαγύριβγί του (ματαγύρευε) πά’ σ’ ντ΄Πλατ’ (τοποθεσία) μι τα φαναρέλια”. Το “λιέμι” λοιπόν ενέχει τη σημασία της περιπλάνησης, η οποία σηματοδοτούσε μία υποβαθμισμένη ζωή. Η σημερινή περιπλάνηση ανά τη γη, ο σύγχρονος τουρισμός, δεν γινόταν εύκολα κατανοητός κάποιες εποχές. Ο άσκοπα περιφερόμενος, ο ανέστιος περιφερόμενος, πήρε το όνομα από το ρήμα¨αλάομαι” και έγινε” αλήτης”, περιφρονητέος μέχρι τις μέρες μας. Από το δικό μας πάλι “λιέμι” βαφτίσαμε έναν άλλο δύστυχο, τον “αλήμουνου”. Αυτός είναι ένας κακόμοιρος τύπος, αδύνατος, εύθραυστος, άτομο για λύπηση. Ένας ανέστιος περιφερόμενος είναι επόμενο να είναι κακοπαθημένος και αδύναμος. Με αυτή τη σκέψη τον έγραψα με “η” για να είναι ομόρριζος με τον” αλήτη”. Κάθε άλλη γραφή θα παρέπεμπε στο “αλίμονο”, το οποίο όμως δεν δίνει πειστική και λογική νοηματική συσχέτιση με το δικό μας “αλήμουνου”.
Η περιπλάνηση στο χρόνο και στα στόματα των Ελλήνων του ρήματος αλάομαι-ώμαι έδωσε τα παραπάνω γλωσσικά μορφώματα, που δείχνουν με σιγουριά και τους εθνικούς δεσμούς των προγόνων μας αλλά και την ψυχοσύνθεσή τους.