Φωτογραφία: Καρακλάς Γιώργος-Λίγο έξω από τη Νυφίδα
Τάσος Μακρής
Πίσσα τσι σκατά να βράσ’.
Πρόκειται περί σκληρής κατάρας, όπως το συνήθιζαν οι πρόγονοί μας, αφού δεν έβρισκαν άλλο τρόπο να βρουν το δίκιο τους. Μεταθέτανε την τιμωρία των εχθρών τους για την άλλη ζωή και τους έστελναν στην κόλαση. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η περιγραφή της κόλασης, αλλά αυτό το θέμα είναι «άλλου παπά Ευαγγέλιο»
Ποιος σι σειεί τσι σειέσι;
Τσι ποιος σι κ’νεί τσι κ’νιέσι;
Σπεύδουμε να δώσουμε εξ αρχής το νόημα της φράσης για την ευκολότερη κατανόησή της. Σημαίνει λοιπόν: Και ποιος σε ρώτησε ; Ποιος σ’έδωσε το δικαίωμα να παρέμβεις;
Υπάρχουν μερικά άτομα τα οποία απρόσκλητα και αδιάκριτα παρεμβαίνουν στις υποθέσεις των άλλων. Είναι, όλοι το γνωρίζουμε, πολύ ενοχλητική αυτή η συμπεριφορά, γι’αυτό η αντίδραση, με μορφή στίχου, έστω κι αν είναι προσβλητική, φαίνεται δικαιολογημένη.
Το ρήμα «σείω-σείομαι» η νεοελληνική γλώσσα του δίνει και τη σημασία του λικνίζομαι, καμαρώνω, επιδεικνύομαι. Αυτά όπλα τα πετυχαίνει με σύμπραξη του «κ’νιέμι». Έτσι έχουμε τις πανελλήνιες φράσεις: Σεινάμενος- κουνάμενος.
Έτσι η φράση στην αυθάδεια εμπλέκει και την αναίδεια και επιδειξιομανία
Πουλά σύρτα – φέρτα έχ’ς.
Το αρχαίο ρήμα «σύρω» παίρνει στην νεοελληνική και τη σημασία του πηγαίνω κυρίως στη προστακτική: «Σύρε να φέρεις το γιατρό…». Στη ντοπιολιαλιά μας το ίδιο νόημα διατυπώνεται και με άλλο δίδυμο λέξεων : «τα πάνι τσ’ έλα», τα πήγαινε – έλα. Όλες οι μορφές διατύπωσης στοχεύουν στη νοηματοδότηση προσπάθειας κοινωνικής επικοινωνίας. Το επίθετο «πουλά» όμως δείχνει και διάθεση κριτικής γι’αυτές τις επαφές, αφού είναι γνωστό πως όλα τα πολλά βλάπτουν . Αλλά και η διατύπωση «σύρτα-φέρτα» δείχνει προσπάθεια αφαίρεσης σοβαρότητας της επικοινωνίας.
Ρίξι μεσ’ τα κ’φά σ’
Χιουμοριστική έκφραση, που απαιτεί διευκρινίσεις, για να κατανοητή από ξένους στο γλωσσικό μας ιδίωμα.
Η εντολή «ρίξι» σημαίνει ρίξε τροφή.Τα «κ’φα» που μέσα τους θα πέσει η τροφή, είναι βέβαια το άδειο στομάχι, το οποίο είναι κενό, γι’αυτό και κούφιο.
Η διατύπωση είναι τραγική. Ένας πεινασμένος βρίσκεται μπροστά στην τροφή και παίρνει την άδεια να φάει. Κι αυτός που του το επιτρέπει κάνει χιούμορ! Διασκεδάζει με την πείνα του συνανθρώπου του.
Ρώπουδας να μην απομείν’.
Μια ακὀμη κατάρα των προγόνων μας βαριά, όπως συνήθιζαν, η οποία όμως παροουσιάζει ενδιαφέρον για τη λέξη «ρώπουδας». Στην αρχαία γλώσσα οι λέξεις «ρωψ» και «ρωπία » σήμαιναν χαμηλή βλάστηση, το χορτάρι.
Όταν συναντούμε στην καθομιλουμένη φράσεις, ὀπως: «χορτάρι να μη μείνει» και “χορτάρι να μη φυτρώσει», καταλαβαίνουμε ότι ο ίδιος ο λαός, στον ίδιο τόπο, με την ίδια κουλτούρα χρησιμοποιεί τις ίδιες φράσεις και ο «ρώπουδας» μοιάζει σα ξεχασμένος γλωσσικός ραβδωτός κίονας σε μια γωνιά του εθνικού μας χώρου.