Το Ιερό του Μέσσου, κέντρο παλλεσβιακής λατρείας και έδρα του «Κοινού των Λεσβίων», βρίσκεται μέσα στα όρια της επικράτειας της αρχαίας Πύρρας.
Το Ιερό του Μέσσου βρίσκεται στην ομώνυμη κοιλάδα, 35 χλμ. από την Μυτιλήνη, 5 χλμ. από την αρχαία Πύρρα και 7,5 χλμ. από την αρχαία Αρίσβη. Το όνομά του οφείλεται στη θέση του στο μέσο του νησιού. Η πρώτη αναφορά στο ιερό έγινε από το Γάλλο περιηγητή M. Boutan, ενώ ο Γερμανός R. Koldewey διενήργησε τις πρώτες ανασκαφές τον Δεκέμβριο του 1885 και τον Ιανουάριο του 1886. Οι επόμενες ανασκαφές έγιναν στο διάστημα 1965-67 από τον τότε Έφορο Β΄ Πετράκο, ενώ πραγματοποιήθηκε και περισυλλογή των διάσπαρτων στον χώρο του ιερού και στον ευρύτερο χώρο του κόλπου της Καλλονής αρχιτεκτονικών του μελών. Δοκιμαστικές τομές διενεργήθηκαν από την Κ΄ ΕΠΚΑ το 1988 και επαναλήφθηκαν κατά το 1995-7.
Οι εργασίες ανάδειξης του χώρου από την Κ΄ ΕΠΚΑ ξεκίνησαν το 2002, στο πλαίσιο του Γ΄ ΚΠΣ και ολοκληρώθηκαν το 2004.
Το Ιερό του Μέσσου, κέντρο παλλεσβιακής λατρείας και έδρα του «Κοινού των Λεσβίων», βρίσκεται μέσα στα όρια της επικράτειας της αρχαίας Πύρρας. Στους αρχαϊκούς χρόνους κατασκευάστηκε το πρώτο λατρευτικό κτίριο, με ορθογώνια κάτοψη και βωμούς, λείψανα του οποίου σώζονται εντός του θεμελίου του υστεροκλασικού ναού (330-300 π.Χ.).
Ο ναός είναι ψευδοδίπτερος ιωνικός με 8Χ14 κίονες. Οι διαστάσεις του είναι 41,55 Χ 23,78 μ. Σώζεται ιδιαίτερα καταστραμμένος στο επίπεδο της θεμελίωσης και σε τμήμα του κατώτερου δόμου της τριβαθμιδωτής κρηπίδας. Από την πρώτη ανασκαφική έρευνα στα τέλη του 19ου αιώνα έως και σήμερα έχουν μελετηθεί χιλιάδες θραύσματα από το βάναυσα κατεστραμμένο μνημείο αποκαθιστώντας την αρχική μορφή του. Ο θριγκός του πτερού αποτελείται από τριταινιωτό επιστύλιο, ακόσμητη ζωφόρο, τα οποία επιστέφονται με ιωνικά κυμάτια, γεισίποδες, οριζόντιο γείσο, σίμη με διακόσμηση ανάγλυφης βλαστόσπειρας και επαέτια σίμη με διακόσμηση ανθεμίων και ανθών λωτού. Ο ναός δεν είχε αετωματικά γλυπτά.
Το Ιερό σύμφωνα με την επικρατούσα άποψη ήταν αφιερωμένο στη Λεσβιακή Τριάδα (τον Δία, την Ήρα και τον Διόνυσο). Μετά την καταστροφή του στην υστερορωμαϊκή εποχή ο χώρος απέκτησε εργαστηριακή χρήση, η οποία τεκμηριώνεται από την αποκάλυψη 7 κλιβάνων. Την παλαιοχριστιανική εποχή πάνω στο δάπεδο του αρχαίου ναού ιδρύθηκε παλαιοχριστιανική κοιμητηριακή βασιλική ίχνη της οποίας διακρίνονται κυρίως στα ανατολικά. Τη βασιλική διαδέχθηκε το μεσοβυζαντινό μονόχωρο εκκλησίδιο αφιερωμένο στη λατρεία του Ταξιάρχου Μιχαήλ, η λατρεία του οποίου συνεχίζεται έως σήμερα.
Μερικές πληροφορίες για τις εργασίες διαμόρφωσης και ανάδειξης
Μετά την ένταξη του έργου στο Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Βορείου Αιγαίου 2000-2006 πραγματοποιήθηκαν στο χώρο εργασίες με βάση την εγκεκριμένη μελέτη, οι οποίες περιλάμβαναν αποψιλώσεις, αποχωματώσεις, διαμορφώσεις, κατασκευή δικτύου ομβρίων υδάτων για την αποστράγγιση του ναού και του ευρύτερου χώρου, δίκτυα ύδρευσης και άρδευσης, αντιστηρίξεις, συντηρήσεις των αρχιτεκτονικών μελών και της θεμελίωσης του ναού, δίκτυα φωτισμού και πυρόσβεσης, διαδρομές περιήγησης, εξωτερική περίφραξη και φύτευση του περιβάλλοντος χώρου του μνημείου.
Στην είσοδο του χώρου κατασκευάστηκε λιθόκτιστο ισόγειο κτήριο με χρήση φυλακίου – εκδοτηρίου εισιτηρίων, το οποίο περιλάμβανε αποθήκη και WC για τους επισκέπτες. Αριστερά της εισόδου του αρχαιολογικού χώρου κατασκευάστηκε λιθόκτιστος εκθεσιακός χώρος, στον οποίο έγινε προσπάθεια αναπαράστασης της όψης του ναού. Επιπλέον, εκτίθενται τμήματα κιονόκρανων, τα στοιχεία του ιωνικού κίονα και του θριγκού και τα νέα στοιχεία της ανωδομής του ναού, συνοδευόμενα από πληροφοριακό υλικό.
Τέλος, στην νοτιοανατολική γωνία του αρχαιολογικού χώρου κατασκευάστηκε ένα μικρό ξύλινο αμφιθέατρο, χωρητικότητας 200 ατόμων, το οποίο μπορεί να φιλοξενήσει πολιτιστικές εκδηλώσεις.
Πηγή: https://www.efales.gr/sight/arhaiologikos-horos-ieroy-toy-messoy