Εισαγωγή: Πέτρος Καναρίδης
Ο θλιβερός Σεπτέμβρης της Ρωμιοσύνης
6/91955. Η ρωμιοσύνη της Πόλης ζη στο παρά πέντε. Μια νύχτα αλλόκοτη, δύσκολη, γεμάτη φόβο, τρόμο. Οδύνη, απόγνωση και απελπισία. Προστατευτική ασπίδα ο Παντεπόπτης Πανάγαθος Θεός . Ο Χριστός κι η Παναγία η μόνη ελπίδα.Μακράν κείται γάρ η μητέρα Πατρίδα. Και πάνω που κόπασε η τρικυμία και καταλάγιασε του όχλου η οργή και μοχθηρία, ξύπνησε πάλι η εκδικητική καταδιωκτική μανία. Χίλια εννιακόσια εξήντα τέσσερα (1964). Απελάσεις Ελλήνων υπηκόων που παρέσυρε πλήθος Ρωμιών Τούρκων πολιτών σε καταναγκαστικό ξεριζωμό από τη γενέθλια γη.
Και να ‘τανε μόνο αυτό; Στην Ίμβρο εξελίσσεται δυναμικά το πρόγραμμα διάλυσης. Μεταξύ των άλλων με το κλείσιμο των Ελληνικών σχολείων απαγορεύεται η διδασκαλία των Ελληνικών Γραμμάτων. Οι Ιμβριώτες την πείνα μπορούν να αντέξουν, όχι όμως την αγραμματοσύνη. Γι’ αυτό και σκορπίστηκαν στην Ελλάδα οι περισσότεροι και στην Πόλη , για να προσφέρουν στα παιδιά τους τα ελληνικά γράμματα. Για τα ελάχιστα παιδιά που απόμειναν και φοιτούσαν σε τουρκικό σχολείο μάθαιναν ελληνικά σε συνθήκες κρυφού σχολεἰου χάρη στον πατριωτισμό, την γενναιοψυχία κάποιων Δασκάλων που αψήφησαν τον κίνδυνο , στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων και τίμησαν το λειτούργημά τους.
Και αν πάμε πιο πίσω το χρόνο στο ’22 και στα Μικρασιατικά παράλια , έχουμε την μεγάλη συμφορά ,το βαρύ <φθινόπωρο> αφανισμοὐ του Μικρασιατικού Ελληνισμού.
Με αφορμή λοιπόν την 68η επέτειο των Σεπτεμβριανών του 1955, που ιδιαιτέρως αγγίζουν τους Κωνσταντινουπολίτες χρήσιμο θεωρήσαμε να γίνει μια σχετική ιστορική αναφορά από τον ιστότοπό μας και, διότι ο τίτλος <πανόραμα Πολιχνίτου> μας το επιτρέπει και, διότι το πραναφερθέν ιστορικό τρίπτυχο γεγονότων του Ελληνισμού της καθ΄ημάς Ανατολής δεν άφησε αδιάφορο τον πολυγραφότατο συντοπίτη μας Στρατή Πάντα, ο οποίος με τον δικό του ξεχωριστό και ελκυστικό λόγο έκανε μια συνοπτική, αλλά αρκούντως ενδιαφέρουσα και κατατοπιστική αναφορά με κείμενό του στο <Αντίλαλο της Βρίσας> τον Σεπτέμβριο του 2019 και κράτησε ζωντανή την ιστορική μνήμη.
Προσωπικώς δε ευχαριστώ ιδιαιτέρως τον Στρατή Πάντα που ασχολήθηκε με τα Σεπτεμβριανά του 1955.Η νύχτα αυτή οδύνης της Ρωμιοσύνης της Πόλης ανταμώθηκε με τις ωδίνες τοκετού που με έφεραν στο φως της ζωής. Το δε 1964 βίωσα τον αναγκαστικό αποχωρισμό από την γενέθλια γη. Άδικο και πικρό να στερούνται οι άνθρωποι το δικαίωμα να ζήσουν στην Πατρίδα που τους έλαχε.
Ακολουθεί το άρθρο του Στρατή Πάντα
Ό,τι ξεχνάς το ξαναπληρώνεις
Γράφω Σεπτέμβριο μήνα. Ένα μήνα. σαν όλους τους άλλους μήνες του χρόνου, που όμως εμένα με φορτώνει με ψυχική οδύνη, στεναχώρια και εθνική αγανάκτηση.
Κάθε Σεπτέμβριο μήνα ο νους μου τρέχει στα Μικρασιατικά παράλια. Εκεί, που έπεσε η ταφόπλακα και κάλυψε την πνευματική κι επιχειρηματική άνθηση του Ελληνισμού, που επί χιλιετηρίδες εδραιώθηκε στην πατρογονική αυτή εστία.
Ο διωγμός των Ελληνορθόδοξων πολιτών είχε αρχίσει από τις αρχές του καλοκαιριού του 1922 και είχε λάβει μορφή γενοκτονίας τον Αύγουστο του ιδίου έτους. Τον Σεπτέμβριο όμως του 1922 πραγματοποιήθηκε η καταστροφή της Σμύρνης που είναι η ταφόπλακα που προανέφερα.
Διαβάζω στο ΔΗΜΟΚΡΑΤΗ της Μυτιλήνης (6-9-2019):
Με τον όρο καταστροφή της Σμύρνης ή αλλιώς Μεγάλη Πυρκαγιά της Σμύρνης, αναφέρονται τα γεγονότα της σφαγής του ελληνικού και αρμενικού πληθυσμού της Σμύρνης, από τον κεμαλικό στρατό, καθώς και η πυρπόληση της πόλης που συνέβησαν τον Σεπτέμβριο του 1922. Η καταστροφή αυτή άρχισε 7 ημέρες μετά την αποχώρηση και του τελευταίου ελληνικού στρατιωτικού τμήματος από τη Μικρά Ασία και μετά την είσοδο του τουρκικού στρατού, του ίδιου το Μουσταφά Κεμάλ και των ατάκτων του στην πόλη.
Η φωτιά εκδηλώθηκε αρχικά στην αρμενική συνοικία και συγκεκριμένα από την ανατίναξη της Αρμενικής Εκκλησίας του Αγίου Νικολάου, όπου είχαν καταφύγει τα γυναικόπαιδα και πολιορκούντο από τους Τούρκους. Την πολιορκία την έσπασε με το ασκέρι του ο Έλληνας καπετάνιος Σιδερής (Ισίδωρος) Πανταζόπουλος, που επί πολλά έτη πολεμούσε τους ατάκτους τσέτες ληστές στα γύρω βουνά. Οι Έλληνες μπήκαν στην εκκλησία κι έδωσαν νερό και τρόφιμα στους πολιορκημένους, όμως οι πολυπληθέστεροι Τούρκοι γρήγορα ανασυντάχθηκαν και παίρνοντας πυρίτιδα από γειτονική πυριτιδαποθήκη, περικύκλωσαν και πάλι την εκκλησία και την ανατίναξαν. Με την βοήθεια του ευνοϊκού, για τους Τούρκους, ανέμου (που έπνεε αντίθετα από την τουρκική συνοικία) και της βενζίνης με την οποία οι Τούρκοι ράντιζαν τα σπίτια, η φωτιά κατέκαψε την πόλη, εκτός από τη μουσουλμανική και την εβραϊκή συνοικία και διήρκησε από τις 31 Αυγούστου έως τις 4 Σεπτεμβρίου (με το παλαιό ημερολόγιο).
Τα βάσανα των μη μουσουλμάνων δεν είχαν τελειωμό. Όλη η Σμύρνη καλύφθηκε από τις στριγκλιές και τα ουρλιαχτά των γυναικών που βιάστηκαν. Οι Ευρωπαίοι μάρτυρες διέκριναν ακέφαλα βρέφη στους δρόμους, ολόκληρες οικογένειες εκτελέστηκαν εν ψυχρώ. Ο κόσμος περίμενε βασανιστικά τις ουρές για να περάσει στα πλοία, ενώ οι Τούρκοι στρατιώτες διενεργούσαν εξονυχιστικούς ελέγχους, αφαιρώντας τα τιμαλφή από τον κόσμο και συλλαμβάνοντας όσους άντρες ήταν πάνω από 15 ετών για να τους στείλουν στα τάγματα εργασίας. Οι μανάδες έντυναν τα αγόρια τους με γυναικεία ρούχα για να τα περάσουν στα πλοία.
Ξετυλίγονταν φρικτές εικόνες πόνου και δυστυχίας. Ο κόσμος έπεφτε στη θάλασσα να κολυμπήσει μέχρι τα καράβια των ξένων, και οι Τούρκοι πυροβολούσαν στη θάλασσα. Τα πλοιάρια βούλιαζαν από το βάρος, ενώ πίσω η πόλη καιγόταν και η φωτιά είχε φτάσει μέχρι τα παραλιακά κτίρια.
Οι φωτιές ξεκίνησαν από την αρμενική συνοικία και εξαπλώθηκαν γρήγορα σε όλη τη Σμύρνη. Οι Αμερικάνοι καθηγητές και ναύτες κάνουν λόγο για Τούρκους στρατιώτες που ξεχύθηκαν στα στενά σοκάκια της Σμύρνης κρατώντας δοχεία με πετρέλαιο και κηροζίνη, λούζοντας τα σπίτια τις εκκλησίες και τους καθολικούς ναούς. Από τις σαράντα έξι ορθόδοξες εκκλησίες σώθηκαν οι τρεις. Οι εμπρησμοί κατέστρεψαν τα 3/5 της έκτασης της Σμύρνης αφήνοντας άθικτη την τουρκική συνοικία. Σήμερα η επέτειος μνήμης στην πραγματικότητα είναι η 13η Σεπτεμβρίου, καθώς την επόμενη χρονιά εισήχθη στην Ελλάδα το νέο ημερολόγιο. Οι Τούρκοι γιορτάζουν την 9η Σεπτεμβρίου ως ημέρα απελευθέρωσης της Σμύρνης και επικράτησης του αγώνα ανεξαρτησίας. Ωστόσο, υπάρχουν δημόσια έγγραφα, διανοούμενοι και πανεπιστημιακοί στην Τουρκία που χαρακτηρίζουν τα γεγονότα της Σμύρνης και άλλων πόλεων, όπως το Αϊβαλί, ως όνειδος και μεγάλη ντροπή.
Όμως τα χρόνια πέρασαν και περνούν κι εμείς μεν οι Έλληνες τιμούμε τις υπογραφές μας και τηρούμε τις Συνθήκες που υπογράψαμε, ενώ η Τουρκία παραβιάζει, κατά το δοκούν, τους όρους της Συνθήκης της Λοζάνης, που υπέγραψε το 1923, την οποία Συνθήκη συνυπέγραψαν η Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία, Ιαπωνία, Σερβία και Ρουμανία. Κι ενώ στην Ελληνική Θράκη μας, οι Έλληνες πολίτες μουσουλμάνοι το θρήσκευμα (όπως ρητώς χαρακτηρίζονται και ονομάζονται από την Συνθήκη, κατόπιν επιμονής τότε της ίδιας της Τουρκίας, που το απαίτησε όταν υπέγραψε τη Συνθήκη) ζουν ειρηνικά μέσα σε ένα ευρωπαϊκό καθεστώς πλήρους ελευθερίας και αυξήθηκαν από 80.000 άτομα σε περισσότερα από 120.000 άτομα σήμερα και μάλιστα κάτω από τις λυσσώδεις προσπάθειες της Μ.Ι.Τ (της μυστικής υπηρεσίας πληροφοριών της Τουρκίας), μέσω του Τουρκικού προξενείου της Κομοτηνής, να τους μετατρέψει σε φανατικούς Τούρκους, περιλαμβάνοντας αυθαίρετα ακόμη και τους Πομάκους και τους Ρομά που κατοικούν εκεί. Η τουρκική πλευρά, με τους διωγμούς και τα αλλεπάλληλα φονικά πογκρόμ, που εξαπολύει κατά καιρούς μεθοδευμένα, επιδιώκει την εξαφάνιση του ελληνικού στοιχείου από την επικράτειά της.
Βάσει του άρθρου 14 της Συνθήκης της Λοζάνης, στα πλαίσια των διαπραγματεύσεων για την υπογραφή της Συνθήκης τα δυο νησιά Ίμβρος και Τένεδος με 92% χριστιανο-ελληνικό πληθυσμό προσφέρθηκαν από τον λόρδο Κόρζον σαν «δώρο» στην Τουρκία, με την προϋπόθεση να απολαμβάνουν καθεστώς αυτονομίας με δική τους αστυνομία και τοπική κυβέρνηση, για λόγους «γεωπολιτικούς» για να ελέγχει η Τουρκία πλήρως τα στενά των Δαρδανελίων που οδηγούν προς το Βόσπορο και τη Μαύρη Θάλασσα. Ύστερα από την εφαρμογή της αριθμ. 35/1964 μυστικής απόφασης της Υπηρεσίας Εθνικής Ασφαλείας της Τουρκίας, με την οποία καθορίστηκαν οι λεπτομέρειες του eritme programi, δηλαδή ενός προγράμματος εξόντωσης του ελληνικού πληθυσμού των νησιών αυτών, από το 92% , που ήταν ο πληθυσμός αυτός το 1923, μειώθηκε σήμερα σε λιγότερο από 1%. Έφθασαν μέχρι του σημείου εφαρμόζοντας το «Βερλίκι» να μεταφέρουν και να εγκαταστήσουν σε ανοιχτές φυλακές στην Ίμβρο, με δυνατότητα δηλαδή να κυκλοφορούν ελεύθεροι στο νησί, εκατοντάδες ποινικούς κατάδικους, φονιάδες και ληστές οι οποίοι, όπως ήταν φυσικό, έμπαιναν στα σπίτια Χριστιανών Ελλήνων και έσπερναν τον τρόμο και την απόγνωση.
Όμως, στην αρχή του σημερινού μου κειμένου, αναφέρθηκα και τόνισα το πόσες εθνικές πίκρες μου έρχονται στο νου κάθε χρόνο τον Σεπτέμβριο μήνα και ιδού η ιστορία συνεχίζεται:
Τη νύχτα της 6ης προς 7η Σεπτεμβρίου 1955 εξαπολύεται φονικό πογκρόμ από οργανωμένες ομάδες του τουρκικού παρακράτους, με την αρμονική συνεργασία της τουρκικής Κυβέρνησης και την ένοχη σιωπή των μεγάλων συμμάχων μας, εναντίον του Ελληνικού Χριστιανικού πληθυσμού της Κωνσταντινούπολης. (Υπογραμμίζω και τονίζω, πως στην Συνθήκη της Λοζάνης οι Κωνσταντινοπολίτες ομογενείς μας αναφέρονται ως «Έλληνες Χριστιανοί» εν αντιθέσει με αυτούς της Θράκης που σήμερα η Τουρκία θεωρεί «Τούρκους» και αναγράφονται ως « Έλληνες μουσουλμάνοι το θρήσκευμα»). Ανατριχιαστικός είναι ο
απολογισμός των καταστροφών που άφησε πίσω η μανία, το μένος, ο φανατισμός και το μίσος που έσπειραν τα οργανωμένα λεφούσια των παρακρατικών, τους οποίους οι επίσημες τότε τουρκικές Αρχές, με την μοναδική υποκρισία, που τις διακρίνει διαχρονικά, έσπευσαν να χαρακτηρίσουν «Κομμουνιστές», που τότε ήταν ανύπαρκτοι στην Τουρκία.
Χάθηκαν τριάντα επτά ανθρώπινες ζωές αθώων Ελλήνων χριστιανών. Τραυματίστηκαν μέσα σε ανείπωτο τρόμο εκατοντάδες ανυποψίαστοι Έλληνες πολίτες κι έγιναν εκατοντάδες βιασμοί. Κακοποιήθηκαν δεκάδες ορθόδοξοι χριστιανοί κληρικοί. Πυρπολήθηκαν 73 ορθόδοξες εκκλησίες με ταυτόχρονη καταστροφή εικόνων, σκευών και αγιογραφιών ανεκτίμητης ιστορικής αξίας.
Καταστράφηκαν ολοσχερώς ή υπέστησαν σοβαρές ζημιές όλα τα ελληνικά σχολεία της Κωνσταντινούπολης. Ιδιαίτερα η Θεολογική Σχολή της Χάλκης, η Μεγάλη του Γένους Σχολή και το Ζάππειο Λύκειο, δέχθηκαν επίθεση ενός μανιασμένου όχλου με απίστευτη σφοδρότητα.
Πυρπολήθηκαν, καταστράφηκαν ή απλά παραδόθηκαν στο μένος ενός οργισμένου όχλου 4.359 ελληνικά καταστήματα ή επιχειρήσεις, καθώς και 3.500 χριστιανικά σπίτια. Ρημάχτηκαν κυριολεκτικά και καταστράφηκαν ολοσχερώς πιεστήρια και γραφεία των τριών ομογενειακών εφημερίδων της Κωνσταντινούπολης.
Καταστράφηκαν 21 ελληνικά εργοστάσια ολοκληρωτικά και σε όσα βρίσκονταν κοντά στα παράλια του Βοσπόρου, οι μηχανές και τα εργαλεία πετάχτηκαν στη θάλασσα. 110 ελληνικά εστιατόρια και ξενοδοχεία καταστράφηκαν, λεηλατήθηκαν και παραδόθηκαν στις φλόγες.
Οι πατριαρχικοί τάφοι και τα σκηνώματα των μεγάλων ευεργετών, τα οποία από το 1850 τοποθετούνταν στον αυλόγυρο της Ιεράς Μονής της Ζωοδόχου Πηγής, δέχτηκαν την επίθεση ενός αρρωστημένου όχλου, που με κανιβαλική μανία έσπαγε τάφους, ξέθαβε οστά νεκρών και τα σκόρπαγε στους δρόμους. Στο μεγάλο ελληνικό νεκροταφείο του Σισλί, ομάδα διαδηλωτών επί ώρες κατέστρεφε τάφους και σταυρούς. Ορισμένοι διαδηλωτές μέσα σε πλήρη παράνοια έψαχναν πρόσφατους τάφους, ξέθαβαν νεκρούς προκειμένου να μαχαιρώσουν και να τεμαχίσουν πτώματα.
Αμέσως μετά το προγρόμ του 1955 και μέχρι το 1962 έγινε σποραδική απέλαση πενήντα περίπου προσωπικοτήτων της ελληνικής κοινότητας της Κωνσταντινούπολης. Όμως οι μαζικές απελάσεις Κωνσταντινοπολιτών, που σχεδιάστηκαν επί πολλά χρόνια, έγιναν το Μάρτιο του 1964. Το μυστικό διάταγμα με αριθμ. 6/3801/1964 που θα εφάρμοζαν τα τουρκικά δικαστήρια για ολόκληρες δεκαετίες ήταν ήδη έτοιμο προ πολλού. Απαγόρευε σε όλα τα πρόσωπα ελληνικής ιθαγένειας, τη μεταβίβαση της κυριότητας των ακινήτων τους και άλλων εμπράγματων δικαιωμάτων, καθώς και κάθε άλλη πράξη, που θα είχε σαν συνέπεια τη μεταβίβαση των παραπάνω δικαιωμάτων. Επιπλέον, δέσμευε υπέρ του τουρκικού Δημοσίου κάθε τίμημα, πρόσοδο ή εισόδημα που έφεραν τα ακίνητα καθώς και όλους τους τραπεζικούς λογαριασμούς των Ελλήνων υπηκόων.
Οι επίσημες κατηγορίες και τα «εγκλήματα» που θα φόρτωναν στα θύματά τους, ήταν και αυτά έτοιμα «κατασκοπεία σε βάρος της Τουρκίας» και «αποστολή οικονομικής βοήθειας στην Κύπρο». Έτσι τους πρώτους μήνες του 1964, η τουρκική κυβέρνηση, έχοντας έτοιμο το επόμενο βήμα του μακροπρόθεσμου σχεδίου εκδίωξης των χριστιανικών πληθυσμών από την Τουρκία, άρχισε να δημιουργεί με αλλεπάλληλα κατευθυνόμενα δημοσιεύματα ένα εκρηκτικό ανθελληνικό κλίμα στις τουρκικές λαϊκές μάζες. Οι δρόμοι της Κωνσταντινούπολης γέμισαν συνθήματα «Vatandas Turke Konus» «Πολίτη μίλα τουρκικά» ώστε να αποτελεί εύκολη υπόθεση η εφαρμογή δρακόντειου νόμου περί «εξύβρισης του τουρκισμού» που ίσχυε στην Τουρκία από τη δεκαετία του 1930. Όποιος τολμούσε να μιλήσει ελληνικά σε δημόσιους χώρους, κινδύνευε να κατηγορηθεί ότι έβριζε την Τουρκία! Διαδοχικές καμπάνιες που συντηρούσαν το κλίμα, στόχευαν στον οικονομικό αποκλεισμό των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης με έντονα ανθελληνικά συνθήματα: «Οι Ρωμιοί είναι μικρόβια που κυκλοφορούν αναμεσά μας» ή «Κάθε γρόσι στο Ρωμιό γίνεται σφαίρα στον Τούρκο της Κύπρου». Την 16η Μαρτίου 1964, όταν πλέον το κλίμα είχε προετοιμαστεί κατάλληλα, η τουρκική κυβέρνηση ανακοίνωσε την καταγγελία της Σύμβασης «περί Εγκατάστασης εμπορίου και ναυτιλίας» που είχαν υπογράψει ο Μουσταφά Κεμάλ και Ελευθέριος Βενιζέλος το 1930. Αιφνιδιαστικά και μονομερώς. Η «καταγγελία» βέβαια ήταν η αφορμή, το «φύλλο συκής» που χρησιμοποίησε η Τουρκία για να εκδιώξει με απάνθρωπες και συνοπτικές διαδικασίες περισσότερους από 40.000 Έλληνες Χριστιανούς της Κωνσταντινούπολης, οι οποίοι προστατεύονταν απόλυτα από το άρθρο 2 της Σύμβασης «Περί της ανταλλαγής των ελληνικών και μουσουλμανικών πληθυσμών η οποία αποτελούσε αναπόσπαστο μέρος της Συνθήκης της Λοζάνης. Με το σύνθημα της «καταγγελίας» της ελληνοτουρκικής συμφωνίας του 1930, τέθηκαν σε εφαρμογή όλα όσα είχαν προετοισμαστεί:
Άρχισε τη λειτουργία του το τέταρτο ειδικό γραφείο της τουρκικής ασφαλείας για να «αναλάβει» όσους Έλληνες υπηκόους ζούσαν στην Τουρκία. Οι τουρκικές εφημερίδες άρχισαν να δημοσιεύουν καταλόγους με ονόματα Κωνσταντινοπολιτών που «αποτελούσαν εθνικό κίνδυνο για την Τουρκία» κι έπρεπε να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και τη χώρα μέσα σε 24 ώρες. Αργότερα, επειδή ήταν πρακτικά αδύνατη η εφαρμογή του σχεδίου εντός 24 ωρών, η προθεσμία επεκτάθηκε πρώτα σε 2 και μετά σε 7 μέρες. Κάθε Έλληνας, που έπρεπε να εγκαταλείψει την Τουρκία έπαιρνε μια ειδοποίηση να εμφανισθεί αμέσως στο τέταρτο ειδικό γραφείο της τουρκικής ασφαλείας. Σε πολλές περιπτώσεις, η σύλληψη και μεταφορά στην τουρκική ασφάλεια γινόταν επιτόπου. Εκεί κάθε φάκελος «κατηγορούμενου» ενημερωνόταν με νέες φωτογραφίες, μετρήσεις ύψους και βάρους, καταγραφή χρωμάτων ματιών και μαλλιών, αποτυπώματα και άλλες λεπτομέρειες προσωπικών δεδομένων. Ταυτόχρονα κάθε «κατηγορούμενος» έπρεπε απαραίτητα να υπογράψει και ένα έγγραφο με το οποίο «ομολογούσε» όλες ανεξαιρέτως τις κατηγορίες που απέδιδαν οι τουρκικές αρχές. Όσοι αρνήθηκαν να υπογράψουν, φυλακίζονταν μέχρι να αλλάξουν γνώμη. Αυτά που υπέστησαν όμως έκαναν όλους τους άλλους να μη τολμούν να ζητήσουν ούτε καν να διαβάσουν τι θα υπογράψουν και πολύ περισσότερο να ζητήσουν κάποιο αντίγραφο αυτών που υπέγραψαν. Αρκούσε μέσα σε μια οικογένεια ένα μόνο πρόσωπο να έχει ελληνική υπηκοότητα για να υποχρεωθούν όλοι να εγκαταλείψουν τις προγονικές εστίες. Οι απελαθέντες ήταν περίπου 10.250 άτομα επισήμως αλλά οι πραγματικοί απελαθέντες ήταν περισσότεροι από 40.000!
Όσοι έφευγαν, μπορούσαν να πάρουν μαζί τους μόνο προσωπικό ρουχισμό σε δυο βαλίτσες μέχρι 20 κιλά και το ισόποσο των 20 περίπου δολαρίων της εποχής εκείνης, και μια σφραγίδα στο διαβατήριό τους με κόκκινα γράμματα «ο κάτοχος του παρόντος απελαύνεται υπό των τουρκικών αρχών». Οι διωγμοί και οι απελάσεις των Ελλήνων χριστιανών της Κωνσταντινούπολης είχαν σαν αποτέλεσμα τη συρρίκνωσή αυτών από 120.000 που ήταν κατά τη Συνθήκη της Λοζάνης σε μόλις λίγες χιλιάδες που μετρούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού. Μεταξύ των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης που κατηγορήθηκαν για «Κατασκοπία σε βάρος της Τουρκίας» και για «αποστολή οικονομικής βοήθειας στην Κύπρο», όπως εμφανιζόταν ανά δεκαήμερο στις λίστες των 150 έως 500 ονομάτων που δημοσίευαν οι τουρκικές εφημερίδες, περιλαμβανόταν γέροντες και γερόντισσες μεγάλης ηλικίας, που σέρνονταν από τα γεροκομεία και τα σπίτια τους για να απελαθούν, τυφλοί που έπρεπε απαραίτητα να συνοδεύονται για να κινηθούν, ανάπηροι πάνω σε αναπηρικά καροτσάκια, άρρωστοι που τους έβγαζαν από τα νοσοκομεία, ακόμα και πεθαμένοι!
Με το άρθρο μας τούτο, για όνομα του Θεού, δεν έχουμε πρόθεση, αλλά και παραμικρή διάθεση, να καλλιεργήσουμε το μίσος των Ελλήνων απέναντι στους προς ανατολάς γείτονές μας. «Οὒτοι συνέχθειν, ἀλλά συμφιλεῖν ἔφυν» μας δίδαξε ο Σοφοκλής στην τραγωδία του «Αντιγόνη» που σημαίνει «Δεν γεννήθηκα για να μισώ αλλά για να αγαπώ».
Μόνη μας σκέψη υπήρξε, να μην αφήσουμε να ξεχαστούν τα δεινά των Ελλήνων χριστιανών, που είχαν τη μοίρα να γεννηθούν, κατοικούν, ευδοκιμούν και διακρίνονται μέσα στα όρια του τουρκικού κράτους. Γιατί ότι ξεχνάς το ξαναπληρώνεις.
Ο ακαδημαϊκός και βραβευμένος λογοτέχνης, Αϊβαλιώτης Ηλίας Βενέζης, στις 15 Σεπτεμβρίου 1955 έγραψε ( Νέα Εστία _Τεύχος 677 σελ.1184): «… Οι μέρες του Σεπτεμβρίου του 1955, μας γυρίζουν στις μέρες του 1922. Βλέπουμε τώρα πως είχαμε λάθος λέγοντας πως από τη μια στιγμή στην άλλη το θηρίο γίνεται άνθρωπος. Όχι, φαίνεται πως δε γίνεται. Για αυτό από τη σκοπιά τούτη εδώ, που εκφράζει το ελληνικό πνεύμα, θέλουμε να πούμε την πικρία μας, γιατί απατηθήκαμε. Θα πρέπει τώρα να ξανακοιτάξουμε τον εαυτό μας. Δε θα αποφασίσουμε να διδάξουμε τώρα στα παιδιά μας το μίσος. Αλλά θα αποφασίσουμε πως το χρέος μας, ως Ελλήνων συγγραφέων, είναι αυτό: Να ξαναθυμηθούμε πάλι, να μην πάψουμε να θυμόμαστε, να μάθουμε στα παιδιά μας να θυμούνται».
Αγαπητοί αναγνώστες, στο βάθρο του ελληνικού μνημείου που βρίσκεται στο ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης και εξόντωσης Μαουντχάουζεν Γκούζεν της Αυστρίας, στο οποίο βρήκαν από τους Γερμανούς τραγικό θάνατο 3.700 Έλληνες κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, είναι χαραγμένη η φράση « Εμείς που θανατωθήκαμε εδώ, μη μας ξεχνάς, γιατί η λήθη του κακού είναι άδεια για την επανάληψή του». Πράγματι, οι απανταχού της γης Έλληνες, δεν πρέπει να αφήσουμε να ξεχασθούν τα δεινά, ο ξεριζωμός και η γενοκτονία τω Ελλήνων Χριστιανών αδελφών μας της Μικράς Ασίας και της Κωνσταντινούπολης των ετών 1922, 1955 και 1964.
Όμως και οι εκλεγμένοι από τον ελληνικό λαό (Κυβέρνηση και Αντιπολίτευση) θα πρέπει επιτέλους να αντιληφθούν, μαζί με την πνευματική ηγεσία της χώρας, ότι υπάρχει στη χώρα μας διαχρονική έλλειψη σαφούς, σταθερής και μακροπρόθεσμης στρατηγικής απέναντι στον κίνδυνο εξ ανατολών, που δημιουργεί μια ορατή και άμεση απειλή για την ακεραιότητα της Ελλάδας κι επιτέλους να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων και να περισώσουν ότι μας έχει απομείνει. Δεν είναι επιτρεπτό, όταν οι ανατολίτες γείτονές μας, που είναι πολύ ικανοί στα «παζάρια» χαράσσουν ενιαία εξωτερική και αμυντική πολιτική, που στοχεύει σε μάκρος χρόνου, για να δείξουν τα δόντια τους, τότε που τους συμφέρει. Οι δικοί μας πολιτικοί να θεωρούν, πως γνωρίζουν τα πάντα και είναι άξιοι να τα «λύσουν» και πολλές φορές να μη λαμβάνουν υπόψη τις θέσεις του πραγματικά πολύτιμου και ικανότατου σώματος της διπλωματίας. Δεν είναι επιτρεπτό, να μην υπάρχει ένα θεσμοθετημένο υπερκομματικό όργανο που να λειτουργεί (έστω συμβουλευτικά) για όλα τα εθνικά θέματα και να συμβάλει στη σωστή επίλυσή τους. Είναι εγκληματικό να αναρωτιέσαι αν υπάρχουν θαλάσσια σύνορα της χώρας μας ή να συνιστάς στους Έλληνες μα «μην είμαστε μονοφαγάδες» και τέλος θα πρέπει να μάθουμε ότι δεν πρέπει να καταφεύγουμε στο έλεος των «μεγάλων φίλων» μας. Αυτοί εξυπηρετούν τα συμφέροντα μας μόνο όταν ταυτίζονται απόλυτα με τα δικά τους. Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση, απλά μας υποχρεώνουν να «προσχωρήσουμε» στα δικά τους συμφέροντα, ακόμα κι αν ανατρέπουμε τα δικά μας.
Είναι αρχή μου και θεωρώ ηθική μου υποχρέωση να δηλώσω ότι για την συγγραφή (συρραφή θα ομολογούσα καλύτερα) του άρθρου μου τούτο αντέγραψα και άντλησα στοιχεία από άρθρα που ο ακάματος και πανάξιος συγγραφέας κ. Λεωνίδας Κουμάκης έχει δημοσιεύσει, κατά καιρούς, στην έγκριτη εφημερίδα Μυτιλήνης ΔΗΜΟΚΡΑΤΗ της κας Νίκας Γ. Σκούφου.
Πολιχνίτος Λέσβου, Σεπτέμβριος 2019
Στρατής Π. Πάντας