Του Τάσου Μακρή
Τα φυτά και τα ζώα του πλανήτη μας (σε αυτά ως προς τη διαχείριση του νερού, εντάσσεται και ο άνθρωπος) έχουν άμεση εξάρτηση από το νερό. Χαίρει ευρύτερης αποδοχής η άποψη, πως δίχως νερό είναι αδύνατη η ζωή. Αυτός είναι ο λόγος, που η επιστήμη, η ασχολούμενη με το Διάστημα, ψάχνει να βρει ίχνη νερού σε όποια από τις τρεις μορφές του (στερεά, υγρή, αέρια), γιατί τότε υπάρχει ελπίδα ζωής σ’ αυτό το ουράνιο σώμα που το φιλοξενεί. Στη φύση οι συγκεντρώσεις φυτών, ζώων και ανθρώπων γίνονται εκεί, που υπάρχει απόθεμα νερού. Όλες οι μεγάλες πόλεις είναι χτισμένες δίπλα σε ποτάμια ή στις όχθες λιμνών. Τα χωριά βολεύονταν με πηγές.
Ο Πολιχνίτος δεν ακολούθησε με σύνεση τον παραπάνω κανόνα. Όταν το 15ο αιώνα (υποθέτουμε) ξεκίνησε η σύμπτυξη μικρών οικισμών για να στεριώσει η μικρή πόλη – πολιόχνη- πολιοχνίτος- Πολιχνίτος έπαθε ό,τι και οι αρχαίοι Αβδηρίτες: Ανακάλυψε ότι η περιοχή δεν είχε νερό. Η εγκατάσταση όμως και άλλων οικισμών συνεχίστηκε και ο νέος οικισμός μεγάλων δίχως νερό. Επειδή κάτι τέτοιο είναι όχι μόνο απίστευτο, αλλά τελείως αδύνατο, κάνουμε μερικές, κατά τη γνώμη μας, λογικές υποθέσεις.
Η κατανάλωση νερού από τους ανθρώπους πριν από πέντε αιώνες θα ήταν κάπως… μικρότερη, δεν θα’ καναν δηλαδή και κάθε μέρα μπάνιο! Ούτε και θα άλλαζαν κάθε πρωί εσώρουχα! Αλλά και κάθε Πάσχα και Χριστούγεννα να γινόταν ολοκληρωμένη σωματική και ενδυματική καθαριότητα, πάλι νερό χρειαζόταν. Πόθεν έφτανε στον Πολιχνίτο;
Ο οικισμός, χτισμένος πάνω σε ένα ηφαιστειογενές πέτρωμα, σε έναν συμπαγή βράχο, δεν είχε τη δυνατότητα ούτε πηγαδιών. Μόλις, στον προηγούμενο αιώνα, ανακάλυψαν τις στέρνες, που έσκαβαν στο βράχο (οι ελάχιστοι που είχαν την οικονομική δυνατότητα) και συγκέντρωναν το νερό της βροχής, περιορισμένης οπωσδήποτε ποσότητας. Βαρέλια και πυθάρια στην αυλή από τα κεραμίδια συμπλήρωναν τους αποθηκευτικούς χώρους.
Το πλύσιμο των ρούχων γινόταν στις εξοχές όπου υπήρχε νερό, σε χειμάρρους και λάκκους το Χειμώνα, σε πηγάδια και πηγές το Καλοκαίρι. Η μπουγάδα ήταν μία δύσκολη δουλειά, από τις πιο δύσκολες του νοικοκυριού. Κάθε τόσο, στις ηλιόλουστες μέρες του χειμώνα έβλεπε κανείς υποζύγια με φορτίο από καλαθάρες, καζάνια, καζανέλια, σκάφες και ρούχα άπλυτα ή πλυμένα να πηγαίνουν ή να επιστρέφουν από την διαδικασία της μπουγάδας.
Το πόσιμο νερό ήταν ακόμα πιο δύσκολο. Δεν υπήρχαν, βλέπετε, και τα άθραυστα δοχεία μεταφοράς του. Τα λαγίνια και τα κμάρια ήταν άκρως επισφαλή. Αργά πια στις αρχές του 20ου αιώνα έφεραν με σωλήνες το νερό της Αιγίδας-Νυγίδας και έτρεχε με τσιγκουνιά στις πέντε-εξι βρύσες σε όλο το χωριό. Και τότε αρχίζουν άλλες άκρως γραφικές σκηνές, γύρω από τις βρύσες, τα ξακουστά ¨νιμπέτια”.
Σε κάθε βρύση μαζεύονταν οι γυναίκες με κάθε είδος διαθέσιμα δοχείο, για να πάρουν το νερό το απαιτούμενο για τη λάτρα του σπιτιού. Η υδροληψία γινόταν με τη σειρά η οποία καθοριζόταν με το “νιμπέτ”. Επειδή τη νύχτα η βρύση σταματούσε την παροχή της, για να ξεκινήσει πάλι το πρωί, η κάθε νοικοκυρά έβαζε αποβραδίς ένα δοχείο στη βρύση, για να κρατά τη σειρά. Αυτό το δοχείο και κατ’ επέκταση η διαδικασία της σειράς ήταν το “νιμπέτ”, λέξη τουρκική, που σημαίνει φύλαξη σκοπιάς.
Το νερό ήταν λιγοστό, δεν έφτανε καλά-καλά ούτε για πόσιμο, στον πολυπληθή τότε Πολιχνίτο. Αξιοποιήθηκε και μία πηγή από τον Κουρούπη αλλά και πάλι δεν έφτανε. Τη διαδικασία το 1960 και επί δημαρχίας Κ. Πελέκου ήρθε αρκετό νερό από τις πηγές Βολέλλη, κοντά στη Μ. Λίμνη και δόθηκαν παροχές στα σπίτια. Με την προσωπική συμβολή του γεωλόγου Γ. Κατσικάτσου έγιναν γεωτρήσεις και συμπλήρωσαν την παροχή Βολέλλη, συγκεντρώνοντας το νερό σε μεγάλη δεξαμενή.
Ο λόγος που το νερό, σήμερα, επαρκεί για αστική χρήση, είναι γιατί, περιορίστηκε η ζήτηση, επειδή οι Πολιχνιάτες εγκατέλειψαν το χωριό τους. Το Καλοκαίρι όμως που μαζευόμαστε, η λειψυδρία δείχνει τακτικά τα δόντια της για τρεις λόγους: ο πρώτος είναι γιατί οι υπόγειες δεξαμενές, που αντλήθηκαν με τις γεωτρήσεις άρχισαν να εξαντλούνται. Ο δεύτερος γιατί το υδροδοτικό δίκτυο πάλιωσε και οι διαρροές είναι συχνές με απώλειες μεγάλου όγκου νερού. Ο τρίτος λόγος έχει να κάνει με την κλιματική αλλαγή. Τα σύννεφα δεν έχουν όσο νερό έριχναν άλλοτε, αν και ο τόπος μας δεν είχε ποτέ άφθονες βροχοπτώσεις.
Ο τελευταίος λόγος πρέπει να μας απασχολεί περισσότερο, γιατί επιδρά πολύπλευρα στη ζωή του τόπου μας, αλλά και γενικότερα στη ζωή της χώρας μας. Η κλιματική αλλαγή είναι πια οφθαλμοφανής, δεν είναι μόνο προβλέψεις των περιβαλλοντολόγων είναι μία πραγματικότητα. Το νερό θα λείψει από πολλούς τρόπους και για τούτο θα πρέπει να μη χάνετε ούτε μία σταγόνα. Τα φράγματα και οι δεξαμενές είναι η λύση, νερό δεν γίνεται ανάπτυξη, δε στεριώνει ζωή.
Ψάχνουμε να βρούμε τρόπους να ξαναζωντανέψουμε τον τον ερημωμένο τόπο μας. Ας μην πονοκεφαλιάζουμε. Αν δεν μιλήσουμε πρώτα το πρόβλημα του νερού, δε χρειάζεται να συζητούμε το ξαναζωντάνεμά του. Κάτι τέτοιο θα αποδειχθεί καταγέλαστος αβδηριτισμός. Ας το σκεφτούμε: μεγαλύτερος πληθυσμός στο χωριό χρειάζεται περισσότερο νερό. Αυξημένες τουριστικές ροές απαιτούν αυξημένα αποθέματα νερού. Τα θερμά λουτρά δεν λειτουργούν μόνο με θερμό αλμυρό νερό. Ίσως να χρειάζονται περισσότερο γλυκό. Τα θερμοκήπια μπορούν να ζεσταίνονται από τη γεωθερμία, αλλά δεν καρπίζουν δίχως γλυκό νερό. Κι αν πούμε για τη γεωργική και κτηνοτροφική παραγωγή, εκεί είναι που το νερό ρυθμίζει τα πάντα.
Ο Πολιχνίτος με τα γύρω χωριά του έχει καλή γη, που, αν είχε νερό, θα μπορούσε να γίνει η Γη της Επαγγελίας. Στα χρόνια μας άρχισε να φαίνεται πια καθαρά η ανάγκη να αυξηθούν τα παραγόμενα τρόφιμα, γιατί αυξάνεται ο πληθυσμός της Γης και ερημοποιούνται μεγάλες εκτάσεις με την κλιματική αλλαγή. Αν αναλογιστούμε τις καταστροφές της Γης από τη βιομηχανία και τους πολέμους, το λογικό συμπέρασμα θα είναι άκρως απαισιόδοξο. Έτσι, τα παιδιά μας, όσο κι αν τα αποθαρρύναμε, θα αναγκαστούν να γυρίσουν στη γη, στην τροφοδότρα μάνα! Μπορεί να απαιτείται και προωθημένη καλλιέργεια, μοντέρνα σαν να λέγαμε, αλλά τέτοια, δίχως νερό, δεν εφευρέθηκε ακόμα.
Δεν είναι απαραίτητο να έχει κανείς διδακτορικό, για να αντιληφθεί τι θα συνέβαινε, αν είχαμε διαθέσιμο νερό στον τόπο μας. Ούτε χρειάζεται μεγάλη σοφία, για να αντιληφθεί με ποιο τρόπο μπορούμε να το βρούμε. Εξάλλου κάποιες προεργασίες και υποδείξεις μάς έχει κάνει ο γεωλόγος Γ. Κατσικάτσος. Χρειάζεται μόνο, όσοι ασχολούνται με τα κοινά να κάνουν σωστές επιλογές προτεραιοτήτων και όσοι δεν ασχολούνται με αυτά, είναι δηλαδή ευσχήμονες ιδιώτες, να πιέζουν διαρκώς τους πρώτους. Διαφορετικά, ας ξεχάσουμε τον πάλαι ποτέ ακμαίο Πολιχνίτο και τα περίχωρα του. Χρειάζεται στεντόρεια φωνή, για να μην επαληθευτεί και εδώ η Πυθία: “είπατε τω βασιλεί…”.
Ερμηνευτικό σημείωμα:
-” είπατε τω βασιλεί…”. Πρόκειται για τον τελευταίο χρησμό που έδωσε η Πυθία του μαντείου των Δελφών στον Βυζαντινό αυτοκράτορα Ιουλιανό που ζήτησε χρησμό. Ούτε λίγο ούτε πολύ του απάντησε ότι το μαντείο έκλεισε, ότι ο αρχαίος πολιτισμός έσβησε. Έτσι, αντιλαμβανόμαστε τι υπονοεί ο συγγραφέας!
-Αβδηρίτες: Ξόδεψαν όλα τα λεφτά τους, για να φτιάξουν μία τεράστια κρήνη προκειμένου να υδροδοτείται η περιοχή τους. Μετά, όμως, ανακάλυψαν ότι δεν έχουν νερό!!