Το λεξικό των φράσεων της ντοπιολαλιάς μας-Μέρος 5ο
Τάσος Μακρής
Α
Απ’ όπ’ πιράσ’ χουρτάρ’ ‘ε φτρών
Η φράση λέγεται με μεταφορική σημασία και χρησιμοποιείται σε δύο περιπτώσεις;
1) Για άτομα που ταυτίζονται με την κακοτυχία και
2) Για άτομα με καταστροφική διάθεση (κυρίως κλέφτες).
Η διατύπωση της φράσης είναι πολύ σκληρή είναι ακραία. Το να μη φυτρώνει χορτάρι είναι ολοκληρωτική καταστροφή, που είναι σχεδόν αδύνατο να προέλθει από ανθρώπινη ενέργεια. Πρόκειται λοιπόν για εσκεμμένη υπερβολή, που σκοπό της έχει να κατηγορήσει με κακία κάποιου άτομο. Συμπεραίνουμε πως αρχικά η φράση χρησιμοποιήθηκε για την δεύτερη περίπτωση και κάποτε με ελαφρότητα για την πρώτη και από επιφανειακούς χρήστες της γλώσσας.
Απ’ τα καλαμουβράτσια τ΄τρέχιν!
Αυτά που τρέχουν είναι τα “καλά”, τα πλούτη  που είναι  πολλά και ξεχειλίζουν. Την ειρωνεία (γιατί περί ειρωνείας πρόκειται) τη δίνει η λέξη “καλαμβουβράτσια”. Για να γίνει αντιληπτή η εικόνα, θα δούμε μια προγονική μας στολή, μια γυναικεία ή ανδρική βράκα. Στο κάτω μέρος της είχε δυο τρύπες από τις οποίες έβγαιναν οι κνήμες των ποδιών που τις έλεγαν και καλάμια. Από εκεί τρέχανε τα πλούτη, όταν γέμιζε η βράκα, γιατί στη ζώνη της ήταν ο χώρος που φύλαγαν τα χρήματα και ό,τι άλλο πολύτιμο.
Άρα μ’ τσι πουτέ
Ποτέ να μη γίνει. Η φράση παρουσιάζει ενδιαφέρον, γιατί εμπεριέχει τη λέξη “αρά”. Η αρά είναι αρχαία με τη σημασία της ευχής, μαζί με την παράκληση προς τους θεούς να πραγματοποιηθεί η επιθυμία- ευχή. Επειδή οι ευχές ήταν συνήθως εκδικητικές, προς επίταση του νοήματός της, πήρε για σύνθεση το “κατά” και έγινε με τα χρόνια “κατάρα”. Αν τώρα προσθέταμε στη φράση τις λέξεις που λείπουν, θα μεταφράζαμε:” Ευχή μας είναι να μη γίνει ποτέ” (αφού δεν το θέλεις). Η φράση λεγόταν σαν αντίδραση σε άρνηση αποδοχής κάποιος προσφοράς.
Το τοπωνύμιο Αρά είναι πολύ πιθανό να έμεινε από την ύπαρξη βωμού για αρές στην αρχαία εποχή. Την άποψη αυτή ενισχύει η συνέχιση της πρακτικής αυτής από τους χριστιανούς με τον “λίθον του αναθέματος”.
(θ)α σι ζ’γάψου μια ν΄αστράψ΄η μούρ΄σ’!
Η αστραπή της μούρης (προσώπου) μας δίνει τη σημασία του ρήματος “ζγάφτου “. Πρέπει να σημαίνει χτυπώ με δύναμη. Αυτή τη σημασία περίπου βρήκαμε το αρχαίο “σάπτω”= ρίχνω με ορμή. Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς πως έφτασε στις μέρες μας τέτοιο γλωσσικό απολίθωμα.
Μεταφορικά το “ζγάφτου” σημαίνει ακόμα πως μας κόστισε πολύ, ψυχικά, μια εκβιαστική πληρωμή: “Τα ζήγαψα τσι  άναψι η τσλιά μ”= πλήρωσα δίχως να το θέλω και στεναχωρήθηκα πολύ.
Ατή μ’ τσ’  απατή μ’ κατούρσα του βρατσί μ
Πρόκειται για χιουμοριστικό λογοπαίγνιο με καταλυτική σάτυρα της ντοπιολαλιάς μας. Στον πλωμαρίτικο ιδιωματισμό γίνεται ακόμα πιο εμφανής και οξεία η σάτυρα με τη διατύπωση :”
 Ακή μ’ κι απακή μ’ πάκ’σα του γακί μ¨.
Η λέξη “ατή” είναι αυτοπαθής αντωνυμία (ατός-ατή-ατό) και σημαίνει εγώ προσωπικά, μόνος μου, δίχως άλλη επέμβαση. Ο τύπος (απατός, απατή, απατό) γίνεται για επίταση της μοναξιάς και της ευθύνης, (ολομόναχος). Θα ερμηνεύαμε λοιπόν τη φράση: Εγώ και μόνο εγώ ευθύνομαι για το κατούρημα του βρακιού μου ή για το πάτημα του γατιού μου, όπως λένε οι Πλωμαρίτες.