Τάσος Μακρής
Κατέβασι τα μούτρα τ’ καντάρια
Το «καντάρι» στα τούρκικα ή στην λατινική είναι η ζυγαριά, ο στατήρας στα ελληνικά, αλλά και μονάδα βάρους 44 οκάδων, περίπου 57 κιλών. Εδώ λειτουργεί και σαν ζυγαριά με διαβα –θμισμένο μοχλό και μετακινούμενο αντίβαρο.
Προσπαθώ να μετακινήσω με την φαντασία μου το ύφος ενός δυσαρεστημένου ανθρώπου και να τον παρομοιάσω με ένα καντάρι, που γέρνει ο μοχλός με την μετακίνηση του αντί- βαρου και να αντιληφθώ την έκφραση του κανταριού. Ομολο-γώ πως η φαντασία μου είναι λειψή.
Η λογική μου λέει ότι δεν πρόκειται περί παρομοίωσης, αλλἀ προσπάθειας να ζυγιστεί δυσαρέσκεια κι αφού δεν ἐχει μονά –δα μέτρησης, να χρησιμοποιηθεί , μεταφορικά μια μονάδα βά-ρους. Επειδή παρεμβάλλεται και μία υπερβολή, η πιο κατάλλη-λη, τότε θα ήταν το καντάρι, που ζυγίζει μεγάλα βάρη και μάλι-στα στον πληθυντικό, για να είναι πιο εντυπωσιακό.
Όπως και να ‘ναι οι πρόγονοί μας κατάφεραν να συντάξουν ακὀμα μια ειρωνική φράση με τρισχαριτωμένο χιούμορ.
Κατουρεί πα’ στ’ αγκάθ’
Η εικόνα που προκύπτει από την φράση είναι πολύ περίεργη, για να απαντηθούν τα ερωτήματα: Ποιο σκοπό εξυπηρετεί μια τέτοια τουαλέτα και πώς θα επιτευχθεί μια τέτοια πρακτική;
Για βοήθεια στον όποιο περίεργο θα προσθέσουμε πως η φράση λεγόταν για νεαρές κοπέλες, που η εμφάνιση και η συμπεριφορά τους υποσχόταν ερωτικούς παραδείσους. Και μετά απόαυτήν την διευκρίνιση δεν υπάρχει λόγος για πρόσθετα σχόλια.
Κλιαμένους τσι δαρμένους
Δύο μετοχές ζωγραφίζουν μια καταθλιπτική σκηνή και μάλιστα σε σχήμα προθύστερο, αφού πρώτα τρώει κανείς το ξύλο και ακολουθούν τα κλάματα. Ο ρυθμός όμως του λόγου επέβαλε αντιστροφή. Η φράση όμως είναι ελλιπής, δίχως ρήμα, το οποίο απαιτείται για ολοκλήρωση της πρότασης. Το αφήσαμε, γιατί τον ρόλο αυτό τον παίρνουν πολλά ρήματα, ανάλογα με τα συμφραζόμενα του εκάστοτε λόγου.
Κόλλ’σι η τσλιά μ’ στο καταράχ’
Αν βάλουμε στη θέση τους τα φωνήεντα, που αποβλήθηκαν από τις λέξεις «κόλλησε» και «κοιλιά», υπολογίσουμε και τον τσιτακισμό κοιλιάς, τότε ερμηνεύεται η φράση και μεταφράζεται το καταράχ’ (σπονδυλική ατήλη). Η κοιλιά δεν έχει πού αλλού να κολλήσει και τούτο συμβαίνει, όταν είναι τελείως αδειανή. Η φράση λοιπόν μας μιλά για πείνα , όχι με ευθύ λόγο, αλλά με πλάγιο, καμουφλαρισμένο. Σκέπτομαι πως η πείνα ήταν μια πολύ βαριά και με διάρκεια κατάσταση, την οποία δε θα ήθελαν να σκέπτονται και να την αναφέρουν. Τη φράση μας αντίθετα χρησιμοποιούσαν προσωρινή διαμαρτυρία, όταν αργούσε το φαγητό.