Περί…ΔΑΣΚΑΛΩΝ, του Παναγιώτη Καρατζάνου

Οδεύοντας προς τη λήξη της επαγγελματικής μου πορείας και αισθανόμενος την ανάγκη να εκπληρώσω ένα ακόμα ψυχικό χρέος, νιώθω την ανάγκη να εκφραστώ δημόσια.

Η εκπαίδευση παιδιών, που υπηρετώ πάνω από τρεις δεκαετίες, θεωρείται από κάποιους επιφανειακά μία εύκολη υπόθεση, για όσους όμως γνωρίζουν απαιτεί πολλά, που δύσκολα απαριθμούνται ή καταγράφονται. Αν μου ζητούσαν να αναφέρω το πρώτο που μου έρχεται στο μυαλό, θα έλεγα την ψυχική επαφή που πρέπει να αναπτύξει ο εκπαιδευτικός με τα παιδιά. Δεν είναι καθόλου απλό ούτε υπάρχουν συνταγές. Για το ίδιο θέμα σε δύο διαφορετικά παιδιά χρειάζεται διαφορετική προσέγγιση και αντιμετώπιση. Μία φράση, μία λέξη, μία κίνηση σε κατάλληλη ή ακατάλληλη στιγμή μπορεί να ανοίξει ή να τσακίσει, αντίστοιχα, τα φτερά ενός πλάσματος που μόλις ξεκίνησε το φτερούγισμά του. Πολλές σπουδές, αναρίθμητα διαβάσματα που όμως αδυνατούν να φτάσουν σε αξία τη συμπυκνωμένη εμπειρία που δίνει η καθημερινή και ουσιαστική ενασχόληση με την πράξη.

Είχα την τύχη να κάνω τα πρώτα μαθητικά μου βήματα δίπλα σε σπουδαίους δασκάλους. Δεν είχαν μεταπτυχιακά και βαρύγδουπους τίτλους, αλλά μόνο πάθος για τη δουλειά τους και ουσιαστικό ενδιαφέρον για τα παιδιά. Ενδεικτικά θα αναφέρω δύο: τη δασκάλα της Α΄ Δημοτικού και τον δάσκαλο της Ε΄-ΣΤ΄. Την αρχή και το τέλος της φοίτησής μου στο σχολείο του χωριού μου. Θα μπορούσα να αρχίσω εκτενείς περιγραφές, αλλά επειδή κάποια πράγματα γίνονται περισσότερο κατανοητά και αποδεκτά με παραδείγματα, θα αρκεστώ σε κάποια από τα πολλά που θα μπορούσα να διηγηθώ.

1968-1969. Στην Α΄ Δημοτικού του Α΄ Δημοτικού Σχολείου Πολιχνίτου δασκάλα μας ήταν η κυρία Χάιδω Ψαρρού. Εποχές πολύ δύσκολες για τα παιδιά ως προς την αντιμετώπισή τους από κάποιους εκπαιδευτικούς. Η αυστηρότητα αποτελούσε κανόνα, σε αντίθεση με τη σύγχρονη παιδοκεντρική παιδαγωγική. Τι είναι καλύτερο; Μεγάλη κουβέντα. Η αναφορά στο περιβάλλον της τάξης που έζησε η δική μου γενιά γίνεται μόνο και μόνο για να αναδείξει την αξία της στάσης κάποιων φωτισμένων ανθρώπων εκείνης της εποχής. Στο παραδοσιακό, διπλό, ξύλινο θρανίο καθόμουν μαζί με τη Σαπφώ. Δεινή καλλιγράφος που ακόμα θυμάμαι την εικόνα των τετραδίων της. Ήταν σύνηθες σε κάθε αντιγραφή κειμένου η δασκάλα να της βάζει το περίφημο 10 με τόνο. Κάποια φορά, πλησιάζοντας η κυρία Χάιδω στο θρανίο μας, παίρνει το δικό μου τετράδιο που, παρόλο που προσπαθούσα, ποτέ δεν κατάφερνα να φτάσω στην καλλιγραφία τη Σαπφώ. Μου έβαλε ένα σκέτο 10. Παίρνει το τετράδιο της Σαπφούς και, ως συνήθως, το 10 με τόνο ήταν η αναμενόμενη εξέλιξη. Για μερικά δευτερόλεπτα η κυρία Χάιδω με κοίταξε επίμονα. Κάτι πρέπει να διέκρινε στο πρόσωπό μου. Παίρνει ξανά το τετράδιό μου και χαμογελώντας βάζει και σε μένα τόνο πάνω από το 10. Μία «γραμμούλα» ήταν αρκετή για να πετάξω. Μία «γραμμούλα» ήταν αρκετή για να εξελιχτώ στη συνέχεια σε έναν από τους καλύτερους καλλιγράφους στην τάξη. Μία «γραμμούλα» που κανένα βιβλίο Παιδαγωγικής δεν αναφέρει το πόσο αξία έχει. Μία «γραμμούλα» που πάνω από μισό αιώνα έχει μείνει ανεξίτηλη στο μυαλό και στην ψυχή μου. Όσες σπουδές και επιμορφώσεις και αν έχω παρακολουθήσει, όσα βιβλία και αν έχω διαβάσει τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί με αυτή την απλή «γραμμούλα».

Στις δύο τελευταίες τάξεις του Δημοτικού είχα την τύχη να έχω έναν ιδιαίτερα χαρισματικό δάσκαλο. Δημήτριος Ζουμπούλης. Απαιτητικός, αυστηρός αλλά δίκαιος. Δάσκαλος να σου μάθει γράμματα, να σου διδάξει, χωρίς να το επιδιώκει, το τι σημαίνει επαγγελματική ευσυνειδησία, τι σημαίνει χρέος προς τα πλάσματα που έχεις στα χέρια σου. Στο σχολείο δεν είχαμε όλους τους χάρτες για τη Γεωγραφία. Δεν τον υποχρέωνε κανένας και όμως αφιέρωνε ολόκληρα απογεύματα, για να τους ζωγραφίσει στον πίνακα με απίστευτες λεπτομέρειες, χρησιμοποιώντας χρωματιστές κιμωλίες. Προσπαθώντας να δείξει πώς λειτουργεί ένα υδραργυρικό βαρόμετρο, βουτούσε τα γυμνά χέρια του μέσα στη λεκάνη με τον υδράργυρο, πράγμα επικίνδυνο, επιδιώκοντας τη βιωματική μάθηση και όχι την απλή περιγραφική παρουσίαση των διαφόρων πειραμάτων. Μας έβαζε να τραγουδήσουμε κάθε φορά που μας έβλεπε το πρωί νυσταγμένους, για να αλλάξει η διάθεσή μας και να συνεχίσουμε πιο ορεξάτοι το μάθημα. Η στεντόρεια φωνή του κάλυπτε τις δικές μας και ο χάρακας ανεβοκατέβαινε στην έδρα, δίνοντας τον ρυθμό και ενισχύοντας την ένταση.

Σήμερα που δυστυχώς η υπεκφυγή από τα στοιχειώδη καθήκοντα τείνει να καταντήσει κανόνας και προβάλλουμε κάθε είδους δικαιολογία για έλλειψη υποδομών και μέσων η σύγκριση είναι αναπόφευκτη.

Συνήθης πρακτική την εποχή εκείνη ήταν οι χειροποίητες εργασίες από τους μαθητές και όχι οι εκτυπωμένες της σημερινής εποχής, αν γίνονται και αυτές. Οι καλύτερες κρεμιόταν  στους τοίχους της τάξης. Κάποιες συμμαθήτριές μου έφερναν αριστουργήματα, αλλά ήταν οφθαλμοφανές ότι τις βοηθούσαν κάποιοι μεγάλοι στο σπίτι. Μία φορά κατά την επιλογή των καλύτερων εργασιών για την ανάρτησή τους στον τοίχο, χωρίς να έχει προηγηθεί από μένα κάποιο σχόλιο ή ενημέρωση, ακούστηκε να λέει: «Θα κρεμάσουμε την εργασία της… και του Καρατζάνου, γιατί την έφτιαξε μόνος του.» Πώς να ξεχαστεί μία τέτοια αντιμετώπιση; πώς να μη γίνει μάθημα ζωής για το πώς πρέπει να επιβραβεύεις την προσπάθεια και να δίνεις δύναμη στον άλλον να συνεχίσει;

Ήθελα πολύ σε αυτούς τους ανθρώπους να τους πω όλα αυτά και τόσα άλλα κατά πρόσωπο. Δεν κατέστη εφικτό δυστυχώς. Έτσι, θεωρώ χρέος να τα κοινοποιήσω, γιατί πέρα από την ευγνωμοσύνη, έχουμε ανάγκη τα παραδείγματα. Μέσα στα τόσα αρνητικά εκείνης της εποχής κάποια πράγματα είναι ανυπέρβλητης αξίας που αξίζει να τα κάνουμε γνωστά. Όχι μόνο για το ευχαριστώ, αλλά κυρίως για το πώς πρέπει να ενεργούμε όλοι εμείς οι νεότεροι και όσοι θα ακολουθήσουν στη συνέχεια.

 

Παναγιώτης Καρατζάνος

Εκπαιδευτικός Κολλεγίου Αθηνών

-Ευαίσθητος, συγκινητικός, ανθρώπινος και καθηλωτικός ο Παναγιώτης, όπως πάντα. Ι. Ψάνης