Φωτογραφία από το εξώφυλλο του βιβλίου του Δ. Βεργιώτη “ΘΑΝΑΤΟΙ ΣΤΗ ΧΟΥΝΤΑ “
Ιγνάτης Ψάνης
Δεκέμβρης ’73, φαντάρος στο 12ο ΛΕΡΠ (Λόχος ΕΡΠυστριοφόρων) στην Αλεξανδρούπολη και ένα πρωινό του Δεκέμβρη, κοντεύοντας Χριστούγεννα, ο Διοικητής μας, ο αξέχαστος Χρήστος Τσολακίδης, ένας δραμινός που πολιτογραφήθηκε,λόγω γυναίκας, μυτιληνιός:
– Πήγαινε στη Μεραρχία, σε θέλουν.
Το ύφος του δεν ήταν το ήρεμο με το γλυκό εκείνο υπομειδίαμα, που σε έκανε να τον συμπαθήσεις με την πρώτη κιόλας. Ανήκε στην κατηγορία των αξιωματικών, που ένιωθες πως αξίζει να υπηρετείς την πατρίδα, κυρίως, για αυτόν(!)
Εκείνη την ημέρα το ύφος ήταν επίσημο, απρόσωπο, σοβαρό. Για καλό δεν ήταν. Έτσι κατάλαβα.
– Θα σου πουν εκεί, μου είπε, όταν τον ρώτησα τι συμβαίνει.
Όταν είπα το όνομά μου στη Μεραρχία, με περίμεναν. Κατευθείαν με οδήγησαν σε ένα δωμάτιο στο οποίο ένας αξιωματικός, μάλλον λοχαγός:
– Γνώριζες τον Γιάννη τον Σταυρέλλη;
Ο χρόνος που χρησιμοποίησε, ξαφνικά και χωρίς καμία εισαγωγή, μου έκοψε την ανάσα.
– Αυτοκτόνησε χθες, μου είπε, στη μονάδα του. Αυτοπυροβολήθηκε με το Μ1στη σκοπιά τα μεσάνυχτα. Το έβαλε ανάμεσα στα πόδια του και τίναξε μυαλά του.
Πέρασα από μία τυπική ανάκριση, από έναν άνθρωπο ο οποίος διεκπεραίωνε μία υπόθεση ρουτίνας, έναν άνθρωπο, ο οποίος ήθελε απλώς να σφραγίσει τον φάκελο, να τον αρχειοθετήσει, να κλείσει την υπόθεση. Αυτή ήταν η εντύπωση την οποίαν αποκόμισα, φεύγοντας. Ήταν φανερή πάντως η πρόθεσή του να ψαρέψει από μένα ένα σοβαρό λόγο, για να δέσει την “αυτοκτονία”
Τυπικές ερωτήσεις του τύπου ” πήρε το πτυχίο του; ήταν κλειστός χαρακτήρας; ήξερες την οικογένειά του;” κι άλλες τέτοιες γενικού περιεχομένου και ασυνάρτητες με το τραγικό θέμα ερωτήσεις.
Με τον Γιάννη γνωριστήκαμε ως συμφοιτητές στα Γιάννενα, συγκατοικούσαμε μάλιστα στο ίδιο δωμάτιο κανέ δυο χρόνια. Μυτιληνιοί και οι δυο δεν αργήσαμε να συνεννοηθούμε και να τακιμιάσουμε. Μαζί μας και ένα άλλο πολύ καλό παιδί, μυτιληνιός κι αυτός, ο Πέτρος ο Σάββας και οι τρεις Φιλοσοφική.
Ο Γιάννης ανήκε στην κατηγορία των ανθρώπων, που όσες δυσκολίες κι αν είχε, θα ήταν απ’ τους τελευταίους που θα προχωρούσε σε μία τέτοια πράξη. Αγαπούσε όσο λίγοι τη ζωή. Τη ρούφαγε κυριολεκτικά κάθε στιγμή. Ψηλός, στητός λυγερόκορμος, με στέρεο, αποφασιστικό και γρήγορο διασκελισμό, χαιρόσουν να τον βλέπεις. Τον καμαρώναμε όλοι. Ήταν ο ορισμός, η αποτύπωση της λεβεντιάς. Κάποια μέρα τον έχασα. Όταν γύρισε το βράδυ, μου είπε ότι πετάχτηκε(!) μέχρι την Άρτα. Μίλαγε, όταν είχε να πει κάτι άξιο λόγου. Σοβαρός, σε καθήλωνε, σε διάβαζε με το βλέμμα του.
Σε πολύ προσωπικές συζητήσεις μόνο ξανοιγόμαστε και κουβεντιάζαμε θέματα οικογενειακά και πολιτικά. Νοιαζόταν για το σπίτι του. Η κοπελιά του είχε μια ξεχωριστή θέση στην ψυχή και στη ζωή του. Δημοκρατικός, αριστερός, με δομημένες θέσεις και σταθερές απόψεις, ο σκεπτόμενος και συγκροτημένος αριστερός.
Λίγες μέρες πριν ¨”την αυτοκτονία” του, τον συνάντησα τελείως αναπάντεχα σε ένα σινεμά της Αλεξανδρούπολης, φαντάρια και οι δυο. Καθώς τον είδα από πίσω και κάπου πήγε στο μυαλό μου, μόλις βεβαιώθηκα ότι ήταν ο Γιάννης, τον πήρα και πήγαμε στο φουαγιέ.
Εκεί είδα έναν τελείως άλλον Γιάννη. Αγέλαστος, συνοφρυωμένος, κοιτάζοντας συνεχώς ολόγυρα, πανικοβλημένος, φοβόταν και τον ίσκιο του.
– Μας παρακολουθούν, μίλα σιγά, έλεγε και ξανάλεγε, όταν γύρω μας δεν ήταν κανένας.
-Κάνε πως δεν με ξέρεις, δε με γνωρίζεις, μου είπε
Ούτε σε ποια μονάδα υπηρετούσε, ούτε πότε απολυόταν, ούτε πόσο καιρό ήταν στην Αλεξανδρούπολη, ούτε πως τα πήγαινε με τη Σχολή, ήταν σε θέση να μου απαντήσει. Άρον-άρον, χωρίς ένα “γεια” και πάντα κοιτώντας ολόγυρα χάθηκε στους δρόμους της πόλης. Ήμουν ο γραφιάς του Λόχου,…γραφέας Πεζικού. Ήμουν …χαρακτηρισμένος αριστερός, λόγω οικογενειακού παρελθόντος και με απαγόρευαν ακόμα και να πλησιάσω το 2οΓραφείο(!).
Ως γραφιάς είχα τη ευχέρεια να επικοινωνώ με άλλα γραφεία και μονάδες, ακόμα και με τη Μεραρχία. Έμαθα σε ποια μονάδα ήταν ο Γιάννης. Δεν πρόλαβα για δυο-τρεις μέρες…
Ο Γιάννης δεν αυτοκτόνησε. Δεν είχε κανένα απολύτως λόγο, ούτε ήταν της κράσης του τέτοιες λύσεις. Απ’ ότι διάβασα αργότερα τον μπλέξανε με μια υπόθεση κλοπής όπλων από τη μονάδα. Και για να βρεθεί ο ένοχος, έπρεπε να ¨στηθεί” και η Ιφιγένεια, να θυσιαστεί στον βωμό “να κλείσει ο φάκελος”.
“Η ασφάλεια τον εκβίαζε να χωρίσει από την φακελωμένη αρραβωνιαστικιά του, ενώ τις τελευταίες μέρες πριν το θάνατό του, προσπαθούσαν να τον ενοχοποιήσουν για απώλεια στρατιωτικού υλικού. Η φωτογραφία του υπάρχει στο Μουσείο Αντιδιχτατορικής Αντίστασης στο πρώην ΕΑΤ-ΕΣΑ.” [Δημ. Μπουρνούς, emprosnet-21-Απριλίου 2024]
“Το όνομα του Γιάννη Σταυρέλη περιλαμβάνεται στη λίστα των 88 θυμάτων της δικτατορίας, που συνέταξε η ΠΕΜΕ και στη σχετική λίστα που βρίσκεται στο μουσειακό χώρο του ΣΦΕΑ, όπου υπάρχει αναρτημένη και η φωτογραφία του”-
από το νεοεκδοθέν βιβλίο του Δημήτρη Βεριώνη “ΘΑΝΑΤΟΙ ΣΤΗ ΧΟΥΝΤΑ”, όπου γίνεται λεπτομερής όλων των θανάτων στη Χούντα, και του Γιάννη, από τη θέση του ερευνητή πια Δημήτρη.
Την επόμενη βδομάδα θα αναφερθούμε στο βιβλίο
Εγώ έγραψα για τον δικό μου Γίάννη.